Τι θα μάθουμε σε αυτή την ενότητα:
- Να γράφουμε επιστολές και προσκλήσεις σε φίλους
- Να περιγράφουμε δραστηριότητες με φίλους
- Τον ευθύ και πλάγιο λόγο
- Τα είδη των ανεξάρτητων προτάσεων
- Τις αποτελεσματικές ή συμπερασματικές προτάσεις
- Τις τελικές και βουλητικές προτάσεις
- Τις προσωπικές αντωνυμίες
Λεξιλόγιο σε αυτή την ενότητα:
- Θεματικό λεξιλόγιο: φίλοι, φιλία, πρόσκληση, γενέθλια, αλληλογραφία, επικοινωνία, εξωτερικό, εσωτερικό, δώρο, πάρτι, προσκαλώ, διεύθυνση, ημερομηνία, τηλέφωνο, ώρα, παιχνίδια, παίζω.
- Οικογένεια λέξεων:
- φιλ +… (φιλάνθρωπος, φιλήσυχος, κτλ)
- φύλλο + (φυλλοβόλα, φυλλωσιά, κτλ.)
- φύλο
«Φιλία εστί μία ψυχή εν δυσί σώμασιν ενοικουμένη.»
Η φιλία είναι μια ψυχή που κατοικεί σε δυο σώματα.
Αριστοτέλης, 384-322 π.Χ., Αρχαίος Έλληνας φιλόσοφος
Η φιλία δεν καθορίζεται από την φυλή, το χρώμα, την εθνικότητα ή την ηλικία. Η Φιλία και οι Φίλοι, αποτελούν ένα πολύτιμο κομμάτι της ζωής μας. Είναι εκείνοι που θέλουμε κοντά μας, τόσο στις όμορφες στιγμές και στις χαρές μας, όσο και σε πιο δύσκολες καταστάσεις. Είναι εκεί, δίπλα μας, όχι απλά κοντά μας για να μας δώσουν συμβουλές, προοπτική και νόημα στη ζωή.
Για να μας δώσουν δύναμη και θάρρος.
Για να χαρούν με την χαρά μας και να μοιραστούμε τον ενθουσιασμό μας..
Καταλαβαίνω τις δύσκολες λέξεις του κειμένου
- η ιστοσελίδα (ουσ.): ηλεκτρονική σελίδα στο διαδίκτυο (ίντερνετ) με κείμενα και εικόνες που βλέπουμε στην οθόνη ενός ηλεκτρονικού υπολογιστή. Η λέξη είναι σύνθετη, με α' συνθετικό το ουσιαστικό ιστός και β' συνθετικό το ουσιαστικό σελίδα. Η λέξη ιστός εδώ σημαίνει δίχτυ που καλύπτει ολόκληρο τον κόσμο, όπως ο ιστός που φτιάχνει μια αράχνη σε ένα σημείο και το καλύπτει ολόκληρο.
- Αλληλογραφούσε παρατατ. του ρημ. αλληλογραφώ: επικοινωνώ με κάποιον γράφοντας επιστολές.
- χρυσομέταλλο σετ: η φράση δηλώνει ένα σύνολο από παρόμοια μεταλλικά αντικείμενα σε χρυσό χρώμα, που δίνουν την εντύπωση ότι είναι κατασκευασμένα από χρυσάφι.
- εις ανταπόδοσιν: οι λέξεις εις και ανταπόδοσιν είναι αρχαίες ελληνικές και τις χρησιμοποιούσαν και στην καθαρεύουσα, δηλαδή στην επίσημη γλώσσα του κράτους ως το 1976. Σήμερα, στη νεοελληνική γλώσσα, λέμε σε ανταπόδοση. Η φράση χρησιμοποιείται στην περίπτωση που κάνουμε ή προσφέρουμε κάτι σε κάποιον σε αντάλλαγμα αυτού που μας έκανε αυτός, π.χ.: Σε ανταπόδοση της φιλοξενίας τους, καλέσαμε τα ξαδέρφια μας τρεις μέρες στο εξοχικό μας στην Πάρο.
- μικροί προσωπικοί θησαυροί: αντικείμενα που έχουν ιδιαίτερη συναισθηματική αξία γι’ αυτόν που τα έχει, π.χ. οικογενειακές φωτογραφίες, κοσμήματα, αντικείμενα που συλλέγουμε.
- άγευστος, -η, -ο (επίθ.): αυτός που δεν έχει κάποια ιδιαίτερη γεύση, ο άνοστος.
Καθαρεύουσα είναι μορφή της Ελληνικής γλώσσας η οποία δημιουργήθηκε τον 18ο αιώνα και χρησιμοποιήθηκε εκτεταμένα κατά τον 19ο και τον 20ό αιώνα στην Ελλάδα ως η επίσημη μορφή γραπτής και προφορικής επικοινωνίας.
Τη μορφή αυτή πρότεινε ο Αδαμάντιος Κοραής (1748-1834), Έλληνας φιλόλογος, επηρεασμένος από τις ιδέες του διαφωτισμού. Σκοπός του ήταν να «καθαριστεί» η ελληνική γλώσσα από τις ξένες επιδράσεις που είχε δεχτεί κατά τη μακρά παραμονή αυτών των εθνοτικών ομάδων στον ελληνικό χώρο.
Η καθαρεύουσα έχει πολλά στοιχεία από την αρχαία ελληνική γλώσσα και αποτελεί έναν ενδιάμεσο κρίκο με τη δημοτική γλώσσα. Στην καθαρεύουσα χρησιμοποιείται αποκλειστικά το πολυτονικό σύστημα.
Χρησιμοποιήθηκε από το επίσημο Ελληνικό κράτος μέχρι το 1976, οπότε και καταργήθηκε η χρήση της από τον Υπουργό Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων Γεώργιο Ράλλη και επιβλήθηκε η χρήση της νεοελληνικής δημοτικής γλώσσας σε όλες τις βαθμίδες της εκπαίδευσης και στη διοίκηση. Ορισμένα στοιχεία της καθαρεύουσας πέρασαν στη δημοτική και χρησιμοποιούνται ακόμη και σήμερα, π.χ. «Θεού θέλοντος», «κατευθείαν», «εις το επανιδείν», «δώρον άδωρον», «εν καιρώ»κ.ά. Η γλωσσολόγος Άννα Ιορδανίδου τα υπολογίζει σε περισσότερα από 2.000 (από μετρήσεις στον καθημερινό τύπο).
Η καθαρεύουσα χρησιμοποιείται ακόμη και σήμερα από εφημερίδες, αλλά και από την Εκκλησία της Ελλάδας σε πολλά έγγραφά της και προφορικά.
Πολυτονικό σύστημα:
Παλαιότερα η ελληνική γραφή περιλάμβανε τρεις τόνους: την οξεία ( ´ ), τη βαρεία ( ` ) και την περισπωμένη ( ῀ ) και δύο πνεύματα, δασεία ( ῾ ) και ψιλή ( ᾿ ).
Τα πνεύματα και τα τονικά σημεία, εκτός από την οξεία, καταργήθηκαν από τη δημόσια εκπαίδευση και διοίκηση με την καθιέρωση του μονοτονικού ορθογραφικού συστήματος επί κυβερνήσεως Ανδρέα Παπανδρέου (1982).
ΠΗΓΗ: Βικιπαίδεια
Τελικές, βουλητικές και αποτελεσματικές (ή συμπερασματικές) προτάσεις
Τελικές προτάσεις είναι οι εξαρτημένες προτάσεις που χρησιμοποιούμε, για να εκφράσουμε τον σκοπό για τον οποίο γίνεται κάτι.
- Οι προτάσεις αυτές ονομάστηκαν έτσι από την αρχαία ελληνική λέξη τέλος, που σήμαινε σκοπός
- Απαντούν στην ερώτηση «για ποιο σκοπό;».
- Οι τελικές προτάσεις αρχίζουν (εισάγονται) με τους τελικούς συνδέσμους για να, να.
- Το ρήμα των τελικών προτάσεων είναι πάντα σε υποτακτική έγκλιση.
- Τελικές προτάσεις που εισάγονται με το να έχουμε συνήθως μετά από τα ρήματα που δηλώνουν κίνηση, όπως έρχομαι, πηγαίνω κ.ά.
- Οι τελικές προτάσεις, όταν είναι αρνητικές, έχουν άρνηση μη(ν): π.χ. Κάθισαν ήσυχα, για να μη φύγει.
Παραδείγματα:
Ο πατέρας δούλεψε πολύ, για να σπουδάσει τα παιδιά του.
(Η πρόταση για να σπουδάσει τα παιδιά του είναι τελική, γιατί φανερώνει τον σκοπό για τον οποίο ο πατέρας δούλεψε πολύ.)
Ήρθαμε να φάμε.
(Η πρόταση να φάμε είναι τελική, γιατί φανερώνει τον σκοπό, για τον οποίο ήρθαμε.)
Δεν είναι τελικές όλες οι προτάσεις που εισάγονται με το να.
Με το να εισάγονται και οι βουλητικές προτάσεις, οι οποίες είναι:
- αντικείμενα ρημάτων, όπως: θέλω, μπορώ, εύχομαι, αναγκάζομαι, σκοπεύω κ.ά.
- υποκείμενα απρόσωπων ρημάτων και απρόσωπων εκφράσεων, όπως: πρέπει, χρειάζεται, απαγορεύεται, είναι ανάγκη, είναι αδύνατον κ.ά
Για να καταλαβαίνουμε πότε μια πρόταση που αρχίζει με το να είναι τελική, υπάρχει ένας πρακτικός κανόνας: ελέγχουμε αν στη θέση του να μπορούμε να βάλουμε το για να.
Αποτελεσματικές ή συμπερασματικές προτάσεις λέγονται οι δευτερεύουσες εξαρτημένες προτάσεις που φανερώνουν το αποτέλεσμα της πράξης που δηλώνει η πρόταση από την οποία εξαρτώνται.
Οι αποτελεσματικές/συμπερασματικές προτάσεις εισάγονται (δηλαδή αρχίζουν) με:
- αποτελεσματικούς συνδέσμους: ώστε και που. Πολλές φορές μετά τα ώστε και που υπάρχει το να.
π.χ. Ήταν τόσο βέβαιος για τη νίκη, ώστε (ή: που) δεν ανησυχούσε.
- φράσεις που χρησιμοποιούνται ως αποτελεσματικοί σύνδεσμοι: με αποτέλεσμα να.
π.χ. Η ομάδα μας δεν πρόσεξε την άμυνά της, με αποτέλεσμα να δεχτεί πολλά γκολ.
- Η άρνηση στις αποτελεσματικές (ή συμπερασματικές) προτάσεις που εισάγονται με το ώστε ή το που είναι δε(ν). Όταν όμως εισάγονται με τα ώστε να, που να, με αποτέλεσμα να η άρνηση είναι μη(ν)
- Συχνά στην πρόταση την οποία προσδιορίζουν οι αποτελεσματικές προτάσεις υπάρχουν οι δεικτικές αντωνυμίες: τέτοιος, τέτοια, τέτοιο ή τόσος, τόση, τόσο ή τα επιρρήματα: τόσο, έτσι.
- Οι αποτελεσματικές προτάσεις χωρίζονται συνήθως με κόμμα από την πρόταση που προσδιορίζουν.
Μαθαίνω να γράφω επιστολές
Η Ελένη Κατσαμά γεννήθηκε το 1973 στην Αθήνα. Σπούδασε δημοσιογραφία και υποκριτική. Της άρεσε να παρατηρεί τον κόσμο γύρω της και να σκαρφίζεται ιστορίες πότε για το ένα και πότε για το άλλο. Μεγαλώνοντας, άρχισε να δημοσιεύει τις ιστορίες της, άλλοτε παίρνοντας τα ερεθίσματα από τη ζωή των παιδιών και των εφήβων σ’ όλο τον κόσμο (Κοσμοδρόμιο, Εκδόσεις Πατάκη, 2011, Κρατικό Βραβείο, Βραβείο λογοτεχνικού περιοδικού «Διαβάζω»), άλλοτε από τη δική της παιδική ηλικία (Γορίλλας στο φεγγάρι, Εκδόσεις Πατάκη, 2014, Κρατικό Βραβείο, Βραβείο λογοτεχνικού περιοδικού «Ο Αναγνώστης») κι άλλοτε από την ιστορία της αγαπημένης της Κρήτης (Το σκλαβάκι της Κνωσού, Εκδόσεις Πατάκη, 2017, Βραβείο Κύκλου του Ελληνικού Παιδικού Βιβλίου – Ελληνικού Τμήματος της ΙΒΒΥ). Και τα τρία αυτά βιβλία συμπεριλήφθηκαν στη λίστα των White Ravens, της Διεθνούς Παιδικής Βιβλιοθήκης του Μονάχου. Έχει εκδώσει επίσης δύο συλλογές διηγημάτων και ένα μυθιστόρημα για ενήλικες. Από το 2004 εργάζεται στον εκδοτικό χώρο ως υπεύθυνη εκδόσεων παιδικού κι εφηβικού βιβλίου. Πηγή: βιβλιονέτ |
Καταλαβαίνω τις δύσκολες λέξεις του κειμένου
- να φιλέψουμε υποτ. αορίστου του ρημ. φιλεύω: προσφέρω κάτι σε έναν επισκέπτη, τον κερνάω κάτι (π.χ. ένα γλυκό, μια πορτοκαλάδα) ή του κάνω το τραπέζι.
- Κοντοστάθηκε αόρ. του ρημ. κοντοστέκομαι: σταματώ για λίγο επειδή διστάζω ή επειδή περιμένω κάποιον.
- το ξέφωτο (ουσ.): μια ανοιχτή έκταση μέσα σ’ ένα δάσος, που δεν έχει δέντρα κι έχει πολύ φως.
- Τρύπωσε αόρ. του ρημ. τρυπώνω: μπαίνω, χώνομαι κάπου για να κρυφτώ.
- τρύπωσε στη φυσαρμόνικα... έναν ήχο: για να παίξουμε φυσαρμόνικα, όπως ξέρουμε, πρέπει να φυσήξουμε μέσα της. Εδώ, αντί να τη φυσήξει ο Δημήτρης, ο αέρας που φυσάει χώνεται στη φυσαρμόνικα, κάνοντάς τη να παίξει.
Όταν ακούμε ή διαβάζουμε τα λόγια κάποιου όπως ακριβώς τα είπε, τότε έχουμε ακούσει ή διαβάσει αυτά που είπε ή έγραψε ο συγκεκριμένος άνθρωπος σε ευθύ λόγο:
Παραδείγματα:
- Άκουσέ με λίγο, σε παρακαλώ.
- Αν βρέξει αυτή τη χρονιά, θα ποτιστούν τα δέντρα μας.
- Γιάννη, πάμε μία βόλτα.
Όταν μέσα στο κείμενό μας θέλουμε να γράψουμε τα λόγια κάποιου όπως ακριβώς τα είπε ο ίδιος σε ευθύ λόγο, τα ξεχωρίζουμε από το υπόλοιπο κείμενο βάζοντας διπλή τελεία αμέσως πριν από τα λόγια, ενώ τα ίδια τα λόγια τα βάζουμε μέσα σε εισαγωγικά («»):
π.χ. Η Μαρία σού είπε: «Άκουσέ με λίγο, σε παρακαλώ».
Εάν τα παραπάνω λόγια μεταφερθούν αλλαγμένα, είτε από το ίδιο πρόσωπο που τα είπε είτε από κάποιον άλλο, έτσι ώστε οι ανεξάρτητες προτάσεις να γίνουν εξαρτημένες, τότε λέμε ότι έχουμε πλάγιο λόγο.
π.χ. Η Μαρία σού είπε: «Άκουσέ με λίγο, σε παρακαλώ».(ευθύς λόγος) ⇒ Η Μαρία σε παρακάλεσε να την ακούσεις λίγο. (πλάγιος λόγος)
Προσέχουμε ότι εδώ δε βάλαμε εισαγωγικά και ότι η πρόταση έγινε εξαρτημένη. Επίσης, η προσωπική αντωνυμία με (α‘ πρόσωπο) έγινε την (γ‘ πρόσωπο)
Οι προτάσεις ανάλογα με το περιεχόμενό τους διακρίνονται σε:
- Προτάσεις κρίσεως:
- Τις χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να δώσουμε μια πληροφορία, να διατυπώσουμε μια γνώμη ή την άποψή μας.
- Προτάσεις επιθυμίας
- Τις χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να εκφράσουμε μια επιθυμία, μια ευχή, μια προτροπή, μια παράκληση, μια προσταγή, μια απαγόρευση ή αποτροπή.
- Ερωτηματικές προτάσεις
- Τις χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να κάνουμε ερωτήσεις (ευθείες ερωτήσεις) για να πληροφορηθούμε κάτι που δεν ξέρουμε
- Επιφωνηματικές προτάσεις
- Τις χρησιμοποιούμε όταν θέλουμε να εκφράσουμε ένα έντονο συναίσθημα, όπως χαρά, λύπη, θαυμασμό, έκπληξη κ.ά.
Οι λέξεις που χρησιμοποιούμε συχνά στον λόγο, προφορικό ή γραπτό, αντί για ονόματα (ουσιαστικά ή επίθετα) λέγονται αντωνυμίες (αντί + όνομα). Χρησιμοποιούμε προσωπικές αντωνυμίες όταν θέλουμε να μιλήσουμε για τα τρία πρόσωπα που είναι δυνατόν να μας απασχολούν σε μια συζήτηση, δηλαδή για εμένα (πρώτο πρόσωπο), για εσένα (δεύτερο πρόσωπο) ή για κάποιον άλλο (τρίτο πρόσωπο).
Καταλαβαίνω τις δύσκολες λέξεις του κειμένου
- Απού: που
- η μπάλα: βόλι, σφαίρα
- ετσά ’ναι: έτσι είναι,
- ο κόσμος δεν τη βάνει: δεν τη χωρά ο κόσμος
- ’να φως: ένα φως
- Προπατείς: περπατάς
- γκαρδιακός (επίθ.): πολύ καλός και αγαπημένος φίλος.
- το θωρώ (ρήμ.): το βλέπω, το γνωρίζω
- ατσαλένη (επίθ.): ατσαλένια, από ατσάλι (μεταφορά που σημαίνει πολύ ανθεκτική)
- τους κιντύνους: κινδύνους
- η φιλιά: φιλία
- Κατένε: (αντί κατέχουν, του ρήματος κατέχω): ξέρουν, συνειδητοποιούν
Η μαντινάδα ή πατινάδα ή κοτσάκι είναι ποίημα που αποτελείται από δυο στίχους που συνήθως είναι δεκαπεντασύλλαβοι σε ομοιοκαταληξία ή και τέσσερα ημιστίχια που δεν ομοιοκαταληκτούν απαραίτητα. Αποτελεί μέσο αυθόρμητης λαϊκής έκφρασης σε αρκετά μέρη της Ελλάδας, κυρίως όμως ως κατηγορία του νησιώτικου ελληνικού τραγουδιού στην Κρήτη, που είναι ξακουστή για τις μαντινάδες της.
Αυτό το είδος της έμμετρης λαϊκής έκφρασης στις Κυκλάδες και ιδιαίτερα στην Απείρανθο της Νάξου λέγεται "κοτσάκι". Αντίστοιχα ονόματα αυτού του είδους είναι επίσης τα λιανοτράγουδα, οι ρίμες, οι παρόλες τα "στιχάκια" ή τα "δίστιχα" άλλων περιοχών της Ελλάδας.
Ειδικότερα, η κρητική μαντινάδα διακρίνεται για την ιδιάζουσα έκφραση, το μεστό της φράσης και αντανακλά τα αισθήματα, τη σκέψη και τη ζωή του κρητικού λαού. Αντλεί τη θεματολογία της από ποικίλους τομείς και ανάλογα διακρίνονται σε σκωπτικές μαντινάδες, ερωτικές, ευκαιριακές και φιλοσοφικές. Είτε ως φιλοσοφία, είτε εκφράζοντας παράπονο , η μαντινάδα επί αιώνες συνοδεύει τους Κρητικούς σε όλες τους τις στιγμές και στις εκδηλώσεις, στο σημείο που όσοι δεν είναι από την Κρήτη την θεωρούν αποκλειστικά κρητική ποιητική δημιουργία.
Οι μαντινάδες τραγουδιόνται κυρίως σε γάμους, βαφτίσια, σε εύθυμες συγκεντρώσεις κατά τη διάρκεια γλεντιού ή χορών αλλά και ως καντάδες.
Το όνομα "μαντινάδα" θεωρείται εξελληνισμένος τύπος του ενετικού "mantinada", που είναι ταυτόσημο με το ιταλικό "mattinata", που σημαίνει «τραγούδι του πρωϊνού» ή «πρωινό τραγούδι» (απ’ την Ιταλική λέξη “il mattino”). Όμως αυτό το είδος υπήρχε και προ της Ενετοκρατίας όπως αποδεικνύεται σε βυζαντινό χειρόγραφο του 15ου αιώνα όπου περιέχονται τα "Καταλόγια" (βυζαντινά λαϊκά νυκτερινά τραγούδια) τα οποία και είναι μαντινάδες. Αλλά και στην ελληνική αρχαιότητα παρατηρούνται τέτοια άσματα. Συνεπώς ως είδος λαϊκού τραγουδιού φέρεται να είναι αρχαίο ελληνικό.
Καταλαβαίνω τις δύσκολες λέξεις του κειμένου
- ιπτάμενος, -η, -ο (μετοχή ενεστώτα του ρήματος της αρχαίας ελληνικής ίπταμαι [πετώ]): αυτός που πετά, αυτός που βρίσκεται στον αέρα. Στο κείμενό μας μεταφορικά δηλώνει ότι τα γλυκά πετούσαν.
- το εκλεράκι (υποκοριστικό του άκλιτου ουσ. εκλέρ): μακρόστενο γλυκό από μαλακή ζύμη που έχει γέμιση από κρέμα ή σοκολάτα και λιωμένη σοκολάτα από πάνω.
- σου α λα κρεμ. στογγυλό γλύκισμα με γέμιση κρέμας (από το γαλλικό chou à la crème).
- ρευστός, -ή, -ό (επίθ.): αυτός που ρέει, που κυλάει, αυτός που βρίσκεται σε υγρή κατάσταση και δεν έχει ένα συγκεκριμένο σχήμα.
- η σπεσιαλιτέ (άκλιτο ουσ. από το γαλλικό spécialité): ένα γλυκό ή ένα φαγητό που ένας άνθρωπος ή ένα εστιατόριο το φτιάχνει με δικό του τρόπο και πολύ καλά.
- δε χωρούσε αμφιβολία: ήταν απόλυτα σίγουρο.
- η μπόμπα (ουσ.): πρόχειρο φαγητό ή μεζές που αποτελείται από πολλές στρογγυλές φέτες ψωμιού, τη μία πάνω στην άλλη, που ανά δύο έχουν μεταξύ τους συνήθως τυριά, αλλαντικά, λαχανικά κτλ. και είναι κομμένες στα τέσσερα ή στα οκτώ.
- καταφθάνω (ρήμ.): φτάνω στον προορισμό μου.
- σκαρφίζομαι (ρήμ.): επινοώ κάτι έξυπνο ή πρωτότυπο.
- «αμπελοφιλοσοφίες»: σκέψεις που εκφράζουμε σε μια συζήτηση με μεγάλη σοβαρότητα και με σπουδαίο ύφος, αλλά που, αν κάποιος τις εξετάσει καλύτερα, θα καταλάβει ότι δεν είναι σημαντικές.
- το κούτελο (ουσ.): το μέτωπο.
- χαμπάρι δεν έπαιρνε, δεν το καταλάβαινε, δεν έδινε σημασία. Φράση που αποτελείται από το ρήμα παίρνω και από το ουσιαστικό χαμπάρι, που προέρχεται από την τουρκική λέξη haber, η οποία σημαίνει νέα, ειδήσεις.
Ομώνυμα λέγονται οι λέξεις που προφέρονται με τον ίδιο τρόπο, αλλά έχουν διαφορετική σημασία.
Παρώνυμα ονομάζονται οι λέξεις που μοιάζουν στην προφορά, αλλά διαφέρουν στη σημασία.
Οικογένειες λέξεων: Όλες οι λέξεις οι οποίες σχετίζονται μεταξύ τους επειδή προέρχονται από την ίδια απλή λέξη, αποτελούν μια οικογένεια.