Τι θα μάθουμε σε αυτή την ενότητα:

  • Πώς βρίσκουμε το υποκείμενο, το ρήμα και τα συμπληρώματά του
  • Με τη χρήση των αντωνυμιών
  • Με τα συνώνυμα και τα αντώνυμα (αντίθετα) λέξεων
  • Ποια ρήματα σχηματίζονται όπως στα αρχαία ελληνικά
  • Ποιος είναι ο ρόλος των χρονικών και τοπικών προσδιορισμών
  • Πότε δύο λέξεις γράφονται σε μία
  • Πώς διηγούμαστε κάτι που μας συνέβη
  • Με την περιγραφή τρόπων συμπεριφοράς που ταιριάζουν σε συγκεκριμένες περιστάσεις (κανόνες)
  • Πώς κάνουμε μια έρευνα

Λεξιλόγιο σε αυτή την ενότητα:

  • Θεματικό λεξιλόγιο: ατύχημα, σύννεφο, σκυλί, προσοχή, ύψος, στρίβω, σύγκρουση, μετωπικός, περίεργος, φύλλο, φωτιά, αφηρημένος, πεύκο, ψύχραιμος, πυροσβέστης, ποδήλατο, αστραφτερός, νοσοκομείο, οδικός, κυκλοφορία, συνέδριο, φυλλάδιο, διασχίζω, πεζοδρόμιο, όχημα, τροχαία, ιατρείο, τραυματισμός, ράμμα, πτώση, προαύλιο, υπουργείο, υγεία, ασφάλεια, κατεύθυνση, οδόστρωμα,

Καταλαβαίνω τις δύσκολες λέξεις του κειμένου

  • αρμενίζω (ρήμ. α' συζ.): (εδώ) ταξιδεύω. Κυριολεκτικά σημαίνει «ταξιδεύω στη θάλασσα» και χρησιμοποιείται κυρίως για ιστιοφόρα πλοία.
  • η σύγκρουση ήταν μετωπική: φράση που χρησιμοποιείται για να περιγράψει πως δύο οχήματα (εδώ: άνθρωποι) συγκρούονται μεταξύ τους με το μπροστινό μέρος (εδώ: πρόσωπο με πρόσωπο).

Μπέσση Λιβανού

H Mπέσση Λιβανού γεννήθηκε στην Tρίπολη, όπου πέρασε τα παιδικά και μαθητικά της χρόνια. Σπούδασε Φιλολογία και διοίκηση επιχειρήσεων στο Λονδίνο. Eργάστηκε ως καθηγήτρια ξένων γλωσσών, αρθογραφώντας παράλληλα σε ξενόγλωσσα περιοδικά. Έχει γράψει τα μυθιστορήματα: "H μπαλάντα του ηγέτη", (Α΄ έκδ. Eκδόσεις Δόμος, Β΄ έκδ. με τον τίτλο "Μια ζωή δε φτάνει" Εκδόσεις Καστανιώτη), "Τα μεγάλα κορίτσια δεν κλαίνε" (Εκδόσεις Καστανιώτη), "Μόνο στα όνειρα" (Εκδόσεις Καστανιώτη), "Mε λένε Σόνια" (μυθιστόρημα για παιδιά, Eκδόσεις Kαστανιώτη). Διηγήματά της έχουν δημοσιευθεί στον "Eλίτροχο", στη "Nέα Eστία", στην "Ευθύνη" κ.ά.

(Πηγή: Βιβλιοnet).

Καταλαβαίνω τις δύσκολες λέξεις του κειμένου

  • αλαφιάστηκα· οριστ. αορίστου του αλαφιάζομαι (ρημ. α ' συζ.): νιώθω μεγάλη ταραχή και φόβο.
  • οι φλόγες είχαν αρχίσει να γλείφουν...: μεταφορική φράση που περιγράφει τη στιγμή που οι φλόγες είχαν φτάσει στον κορμό του πεύκου και άρχισαν να τον καίνε.
  • ως εδώ και μη παρέκει: μεταφορική φράση που χρησιμοποιούμε για να τονίσουμε πως η υπομονή μας εξαντλήθηκε και δε θα υποχωρήσουμε άλλο.
  • η μεσοτοιχία (ουσ.): ο κοινός τοίχος που χωρίζει δύο οικοδομές ή οικόπεδα.
  • ο σίφουνας (ουσ.): μετεωρολογικό φαινόμενο κατά το οποίο ο αέρας περιστρέφει με μεγάλη ταχύτητα μια στήλη σκόνης ή υδρατμών πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας ή της ξηράς
  • Άμεση Δράση: η ειδική υπηρεσία της αστυνομίας που αντιμετωπίζει τα έκτακτα περιστατικά.
  • επίτιμος, -η, -ο (επίθ.): για να τιμήσουμε κάποιο πρόσωπο, του απονέμουμε έναν τίτλο, π.χ. του προέδρου, χωρίς όμως να έχει και τα δικαιώματα ή τις υποχρεώσεις που κανονικά θα δημιουργούσε το αξίωμά του.
  • μετριόφρων, -ων, -ον (επίθ.): που δεν του αρέσει να καυχιέται ή να επιδεικνύει την αξία του ή τις ικανότητές του, αλλά αναγνωρίζει τα ελαττώματα και τις αδυναμίες του και γενικά έχει απλή και σεμνή συμπεριφορά.

Καταλαβαίνω τις δύσκολες λέξεις του κειμένου

  • κύριος Τροχαίος: εννοείται ο τροχονόμος.
  • συνοφρυωμένος, -η, -ο· μτχ. του ρημ. παθητικής φωνής συνοφρυώνομαι: αυτός που έχει ζαρώσει τα φρύδια του, γιατί είναι πολύ σκεπτικός ή γιατί νιώθει λύπη ή θυμό (Συνώνυμο: κατσούφης, σκυθρωπός.)
  • τον ματιάσαμε: πολλοί άνθρωποι, ιδίως μεγαλύτερης ηλικίας, πιστεύουν ότι η εκδήλωση του θαυμασμού για κάποιον ή το έντονο βλέμμα προς αυτόν μπορεί να του προκαλέσει κακό· έτσι, νομίζουν πως, αν κάποιος δεν αισθάνεται καλά, είναι «ματιασμένος».
  • συντετριμμένος, -η, -ο· μτχ. του ρημ. παθητικής φωνής συντρίβομαι: ο άνθρωπος που νιώθει μεγάλη λύπη εξαιτίας κάποιου πολύ δυσάρεστου γεγονότος κι έχει εξουθενωθεί ψυχικά (Συνώνυμο: καταστενοχωρημένος.)
  • χρυσοί κανόνες, μεταφορική φράση που αναφέρεται σε βασικούς κανόνες, τους οποίους θα πρέπει να ακολουθούμε οπωσδήποτε.
  • απέξω κι ανακατωτά: μεταφορική φράση με την οποία εννοούμε πως έχουμε μάθει κάτι πάρα πολύ καλά.
  • η σύσκεψη (ουσ.): η συζήτηση που γίνεται ανάμεσα σε μια ομάδα ανθρώπων με στόχο να πάρουν όλοι μαζί μια απόφαση (Συνώνυμο: συμβούλιο, συνεδρίαση.)
  • το συνέδριο (ουσ.): η συνεδρίαση πολλών ατόμων που έχει σκοπό την παρουσίαση των ιδεών ή τη λήψη αποφάσεων για σημαντικά θέματα (Συνώνυμο: συνδιάσκεψη.)
  • θα ανασκουμπωθούμε· συνοπτικός μέλλοντας του ανασκουμπώνομαι (ρημ. α' συζ.): ανασηκώνω τα μανίκια· εδώ μεταφορική έκφραση που σημαίνει πως ετοιμαζόμαστε να δραστηριοποιηθούμε, να εργαστούμε σκληρά.
  • φιλοτιμηθήκαμε· οριστ. αορίστου παθητικής φωνής του φιλοτιμούμαι (ρημ. β΄ συζ.): προσπαθώ με όλες μου τις δυνάμεις να ανταποκριθώ στις υποχρεώσεις και στα καθήκοντά μου.
  • οι αρχές (πληθ.): η λέξη εδώ αναφέρεται στους ανθρώπους που ασκούν κρατική εξουσία, π.χ. ο δήμαρχος, ο νομάρχης, ο στρατός, η αστυνομία κτλ.
  • η προτεραιότητα (ουσ ): το να προηγείται κάποιος σε χρόνο ή σε σειρά.

Καταλαβαίνω τις δύσκολες λέξεις του κειμένου

  • οικιακός, -ή, -ό (επίθ.): που έχει σχέση με το σπίτι ή που βρίσκεται σε αυτό.
  • η πρόληψη (ουσ.): η φροντίδα ώστε να αποφύγουμε κάτι δυσάρεστο. εξωτερικά ιατρεία: τα ιατρεία κάποιου νοσοκομείου τα οποία δέχονται ασθενείς που δε νοσηλεύονται μέσα σε αυτό.
  • οφείλομαι (παθ. φωνή του ρημ. οφείλω): γίνομαι, συμβαίνω εξαιτίας.
  • αναπληρωτής καθηγητής: τίτλος διδάσκοντα σε πανεπιστήμιο που δείχνει τη βαθμίδα στην οποία βρίσκεται.
  • η επιτροπή (ουσ.): μια ομάδα προσώπων που έχει την ευθύνη να ασχοληθεί με κάποιο συγκεκριμένο θέμα ή πρόβλημα και να κάνει προτάσεις για αυτό.
  • διακομίζομαι (ρήμ.): μεταφέρομαι
  • η διάσειση (ουσ.): μετά από δυνατό χτύπημα στο κεφάλι μπορεί να εμφανιστούν σε κάποιον συμπτώματα όπως έντονος πονοκέφαλος, αδυναμία να συγκεντρώσει την προσοχή του σε κάτι ή να σκεφτεί κάτι, ακόμα και αμνησία· τότε λέμε ότι έπαθε διάσειση.
  • ο μώλωπας (ουσ.): μετά από χτύπημα ή πέσιμο, το σώμα μας στα σημεία που χτυπήσαμε μελανιάζει και συνήθως πρήζεται· οι μελανιές αυτές λέγονται μώλωπες.
  • η εκδορά (ουσ.): γδάρσιμο, γρατσουνιά του δέρματος.
  • το κάταγμα (ουσ.): σπάσιμο, π.χ. το κάταγμα των οστών.
  • η εξάρθρωση (ουσ.): ο τραυματισμός που συμβαίνει με τη μικρή μετατόπιση των οστών που σχηματίζουν μια άρθρωση του σώματός μας.
  • το διάστρεμμα (ουσ.): το στραμπούληγμα.
Scroll to top