Τι θα μάθουμε σε αυτή την ενότητα:
- Πώς βρίσκουμε το υποκείμενο, το ρήμα και τα συμπληρώματά του
- Με τη χρήση των αντωνυμιών
- Με τα συνώνυμα και τα αντώνυμα (αντίθετα) λέξεων
- Ποια ρήματα σχηματίζονται όπως στα αρχαία ελληνικά
- Ποιος είναι ο ρόλος των χρονικών και τοπικών προσδιορισμών
- Πότε δύο λέξεις γράφονται σε μία
- Πώς διηγούμαστε κάτι που μας συνέβη
- Με την περιγραφή τρόπων συμπεριφοράς που ταιριάζουν σε συγκεκριμένες περιστάσεις (κανόνες)
- Πώς κάνουμε μια έρευνα
Λεξιλόγιο σε αυτή την ενότητα:
- Θεματικό λεξιλόγιο: ατύχημα, σύννεφο, σκυλί, προσοχή, ύψος, στρίβω, σύγκρουση, μετωπικός, περίεργος, φύλλο, φωτιά, αφηρημένος, πεύκο, ψύχραιμος, πυροσβέστης, ποδήλατο, αστραφτερός, νοσοκομείο, οδικός, κυκλοφορία, συνέδριο, φυλλάδιο, διασχίζω, πεζοδρόμιο, όχημα, τροχαία, ιατρείο, τραυματισμός, ράμμα, πτώση, προαύλιο, υπουργείο, υγεία, ασφάλεια, κατεύθυνση, οδόστρωμα,
Καταλαβαίνω τις δύσκολες λέξεις του κειμένου
- αρμενίζω (ρήμ. α' συζ.): (εδώ) ταξιδεύω. Κυριολεκτικά σημαίνει «ταξιδεύω στη θάλασσα» και χρησιμοποιείται κυρίως για ιστιοφόρα πλοία.
- η σύγκρουση ήταν μετωπική: φράση που χρησιμοποιείται για να περιγράψει πως δύο οχήματα (εδώ: άνθρωποι) συγκρούονται μεταξύ τους με το μπροστινό μέρος (εδώ: πρόσωπο με πρόσωπο).
Μπέσση Λιβανού
H Mπέσση Λιβανού γεννήθηκε στην Tρίπολη, όπου πέρασε τα παιδικά και μαθητικά της χρόνια. Σπούδασε Φιλολογία και διοίκηση επιχειρήσεων στο Λονδίνο. Eργάστηκε ως καθηγήτρια ξένων γλωσσών, αρθογραφώντας παράλληλα σε ξενόγλωσσα περιοδικά. Έχει γράψει τα μυθιστορήματα: "H μπαλάντα του ηγέτη", (Α΄ έκδ. Eκδόσεις Δόμος, Β΄ έκδ. με τον τίτλο "Μια ζωή δε φτάνει" Εκδόσεις Καστανιώτη), "Τα μεγάλα κορίτσια δεν κλαίνε" (Εκδόσεις Καστανιώτη), "Μόνο στα όνειρα" (Εκδόσεις Καστανιώτη), "Mε λένε Σόνια" (μυθιστόρημα για παιδιά, Eκδόσεις Kαστανιώτη). Διηγήματά της έχουν δημοσιευθεί στον "Eλίτροχο", στη "Nέα Eστία", στην "Ευθύνη" κ.ά.
(Πηγή: Βιβλιοnet).
Καταλαβαίνω τις δύσκολες λέξεις του κειμένου
- αλαφιάστηκα· οριστ. αορίστου του αλαφιάζομαι (ρημ. α ' συζ.): νιώθω μεγάλη ταραχή και φόβο.
- οι φλόγες είχαν αρχίσει να γλείφουν...: μεταφορική φράση που περιγράφει τη στιγμή που οι φλόγες είχαν φτάσει στον κορμό του πεύκου και άρχισαν να τον καίνε.
- ως εδώ και μη παρέκει: μεταφορική φράση που χρησιμοποιούμε για να τονίσουμε πως η υπομονή μας εξαντλήθηκε και δε θα υποχωρήσουμε άλλο.
- η μεσοτοιχία (ουσ.): ο κοινός τοίχος που χωρίζει δύο οικοδομές ή οικόπεδα.
- ο σίφουνας (ουσ.): μετεωρολογικό φαινόμενο κατά το οποίο ο αέρας περιστρέφει με μεγάλη ταχύτητα μια στήλη σκόνης ή υδρατμών πάνω από την επιφάνεια της θάλασσας ή της ξηράς
- Άμεση Δράση: η ειδική υπηρεσία της αστυνομίας που αντιμετωπίζει τα έκτακτα περιστατικά.
- επίτιμος, -η, -ο (επίθ.): για να τιμήσουμε κάποιο πρόσωπο, του απονέμουμε έναν τίτλο, π.χ. του προέδρου, χωρίς όμως να έχει και τα δικαιώματα ή τις υποχρεώσεις που κανονικά θα δημιουργούσε το αξίωμά του.
- μετριόφρων, -ων, -ον (επίθ.): που δεν του αρέσει να καυχιέται ή να επιδεικνύει την αξία του ή τις ικανότητές του, αλλά αναγνωρίζει τα ελαττώματα και τις αδυναμίες του και γενικά έχει απλή και σεμνή συμπεριφορά.
Πρόταση λέγεται μια σειρά από λέξεις η οποία περιλαμβάνει ένα ρήμα και έχει δικό της, αυτοτελές νόημα.
H απαραίτητη λέξη για να υπάρχει πρόταση είναι το ρήμα, το οποίο:
- είτε φανερώνει ότι κάποιος ή κάτι, ενεργεί ή παθαίνει κάτι
- ή βρίσκεται σε μια κατάσταση
- ή αποδίδει μια ιδιότητα στο υποκείμενο
Παραδείγματα:
- Η μητέρα του παίζει πιάνο. (Το υποκείμενο ενεργεί.)
- Το αυτοκίνητο διαλύθηκε. (Το υποκείμενο παθαίνει κάτι.)
- Το μωρό κοιμάται. (Το υποκείμενο βρίσκεται σε μια κατάσταση.)
- Αυτός είναι γιατρός. (Το υποκείμενο έχει μια ιδιότητα.)
Το ρήμα το εντοπίζουμε με την ερώτηση: τι κάνει; ή τι είναι;
Υποκείμενο του ρήματος είναι η λέξη που δηλώνει ποιος (ποια, ποιο) ή ποιοι (ποιες, ποια) ενεργούν ή παθαίνουν κάτι ή βρίσκονται σε μια κατάσταση ή έχουν μια ιδιότητα.
Βρίσκεται πάντα σε πτώση ονομαστική
Παραδείγματα:
Η μητέρα του παίζει πιάνο. (ποιος παίζει; η μητέρα)
Αυτός είναι γιατρός. (ποιος είναι; αυτός)
Το εντοπίζουμε με την ερώτηση: ποιος / ποια / ποιο + το ρήμα της πρότασης
Όταν το ρήμα δηλώνει μια ενέργεια, τότε στη φράση συνήθως έχουμε και αντικείμενο, είναι η λέξη στην οποία πηγαίνει η ενέργεια την οποία εκφράζει το ρήμα.
Το αντικείμενο μπορεί να είναι:
- Σε αιτιατική (ή, σπανιότερα, γενική) πτώση ουσιαστικού, αντωνυμίας, επιθέτου με άρθρο, μετοχής με άρθρο
- Μια εξαρτημένη πρόταση (που εισάγεται με τα: να, ότι, μήπως, πως, αν κτλ.)
Παραδείγματα:
Αυτός στέλνει ένα δέμα. (Τι στέλνει; ένα δέμα)
Η Μαρία μοιάζει της μητέρας της. (Ποιανής μοιάζει; της μητέρας της)
Το εντοπίζουμε με την ερώτηση: τι; ποιον; ποιο; ποιανού; σε ποιον; + το ρήμα της πρότασης
Τα ρήματα που έχουν αντικείμενο ονομάζονται μεταβατικά (η ενέργεια που φανερώνουν μεταβαίνει στο αντικείμενο)
Τα ρήματα που δεν έχουν αντικείμενο, ονομάζονται αμετάβατα (η ενέργεια που φανερώνουν δε μεταβαίνει σε κάτι άλλο)
Παραδείγματα:
Ο Λουκάς λείπει. ( ρήμα: λείπει, αμετάβατο)
Πολλά παιδιά παίζουν μπάλα. (ρήμα: παίζουν, μεταβατικό με αντικείμενο το ουσιαστικό μπάλα)
Μονόπτωτα είναι τα μεταβατικά ρήματα που δέχονται ένα μόνο αντικείμενο (σε αιτιατική ή γενική) ή περισσότερα όμοια αντικείμενα που συνδέονται μεταξύ τους (ή χωρίζονται με κόμμα) και βρίσκονται στην ίδια πτώση.
Δίπτωτα είναι τα μεταβατικά ρήματα που χρειάζονται δύο διαφορετικά αντικείμενα, για να συμπληρωθεί το νόημά τους. Βρίσκονται και τα δύο σε αιτιατική ή το ένα σε αιτιατική και το άλλο σε γενική.
Το κατηγορούμενο φανερώνει κάποιο χαρακτηριστικό ή ιδιότητα του υποκειμένου ή ότι το υποκείμενο βρίσκεται σε μια κατάσταση.
Παραδείγματα:
- Ο Μάρκος (Υ) είναι (Ρ) αθλητής (Κ).
- Η συζήτηση (Υ) έγινε (Ρ) κουραστική (Κ).
- Τα βιβλία (Υ) είναι (Ρ) από χαρτί (Κ).
- Η ομάδα (Υ) φαίνεται (Ρ) έτοιμη (Κ).
Το κατηγορούμενο, όταν είναι κλιτό μέρος του λόγου, δηλαδή ουσιαστικό, επίθετο, αντωνυμία, μετοχή, βρίσκεται πάντα σε ονομαστική πτώση.
Επιπλέον, όταν το κατηγορούμενο είναι επίθετο ή μετοχή, βρίσκεται και στο ίδιο γένος και στον ίδιο αριθμό με το υποκείμενο που προσδιορίζει.
Τα ρήματα που συνδέουν το κατηγορούμενο με το υποκείμενο ονομάζονται συνδετικά.
Αφήγηση είναι η γραπτή ή προφορική παρουσίαση – εξιστόρηση ενός γεγονότος ή μιας σειράς γεγονότων – εξελίξεων – συμβάντων, είτε πραγματικών είτε φανταστικών. Η αφήγηση οργανώνεται με άξονα το χρόνο, αλλά οι καταστάσεις συνδέονται αιτιολογικά μεταξύ τους.
Παρουσίαση από την ιστοσελίδα atheo.gr
Καταλαβαίνω τις δύσκολες λέξεις του κειμένου
- κύριος Τροχαίος: εννοείται ο τροχονόμος.
- συνοφρυωμένος, -η, -ο· μτχ. του ρημ. παθητικής φωνής συνοφρυώνομαι: αυτός που έχει ζαρώσει τα φρύδια του, γιατί είναι πολύ σκεπτικός ή γιατί νιώθει λύπη ή θυμό (Συνώνυμο: κατσούφης, σκυθρωπός.)
- τον ματιάσαμε: πολλοί άνθρωποι, ιδίως μεγαλύτερης ηλικίας, πιστεύουν ότι η εκδήλωση του θαυμασμού για κάποιον ή το έντονο βλέμμα προς αυτόν μπορεί να του προκαλέσει κακό· έτσι, νομίζουν πως, αν κάποιος δεν αισθάνεται καλά, είναι «ματιασμένος».
- συντετριμμένος, -η, -ο· μτχ. του ρημ. παθητικής φωνής συντρίβομαι: ο άνθρωπος που νιώθει μεγάλη λύπη εξαιτίας κάποιου πολύ δυσάρεστου γεγονότος κι έχει εξουθενωθεί ψυχικά (Συνώνυμο: καταστενοχωρημένος.)
- χρυσοί κανόνες, μεταφορική φράση που αναφέρεται σε βασικούς κανόνες, τους οποίους θα πρέπει να ακολουθούμε οπωσδήποτε.
- απέξω κι ανακατωτά: μεταφορική φράση με την οποία εννοούμε πως έχουμε μάθει κάτι πάρα πολύ καλά.
- η σύσκεψη (ουσ.): η συζήτηση που γίνεται ανάμεσα σε μια ομάδα ανθρώπων με στόχο να πάρουν όλοι μαζί μια απόφαση (Συνώνυμο: συμβούλιο, συνεδρίαση.)
- το συνέδριο (ουσ.): η συνεδρίαση πολλών ατόμων που έχει σκοπό την παρουσίαση των ιδεών ή τη λήψη αποφάσεων για σημαντικά θέματα (Συνώνυμο: συνδιάσκεψη.)
- θα ανασκουμπωθούμε· συνοπτικός μέλλοντας του ανασκουμπώνομαι (ρημ. α' συζ.): ανασηκώνω τα μανίκια· εδώ μεταφορική έκφραση που σημαίνει πως ετοιμαζόμαστε να δραστηριοποιηθούμε, να εργαστούμε σκληρά.
- φιλοτιμηθήκαμε· οριστ. αορίστου παθητικής φωνής του φιλοτιμούμαι (ρημ. β΄ συζ.): προσπαθώ με όλες μου τις δυνάμεις να ανταποκριθώ στις υποχρεώσεις και στα καθήκοντά μου.
- οι αρχές (πληθ.): η λέξη εδώ αναφέρεται στους ανθρώπους που ασκούν κρατική εξουσία, π.χ. ο δήμαρχος, ο νομάρχης, ο στρατός, η αστυνομία κτλ.
- η προτεραιότητα (ουσ ): το να προηγείται κάποιος σε χρόνο ή σε σειρά.
Αντωνυμίες είναι οι λέξεις που χρησιμοποιούνται στον λόγο αντί για ονοματικές φράσεις (στη θέση ονομάτων, δηλαδή ουσιαστικών ή επιθέτων). Δίνουν στον λόγο μας συντομία και σαφήνεια. Μας βοηθούν να αποφεύγουμε τις επαναλήψεις προσώπων και πραγμάτων.
Προσωπικές ονομάζονται οι αντωνυμίες που φανερώνουν τα τρία πρόσωπα του λόγου, δηλαδή
α΄ πρόσωπο: εγώ
β΄ πρόσωπο: εσύ
γ΄ πρόσωπο: αυτός, -ή, -ό
Κτητικές ονομάζονται οι αντωνυμίες που φανερώνουν σε ποιον ανήκει κάτι.
Κτητικές αντωνυμίες είναι:
α. Οι αδύνατοι τύποι της προσωπικής αντωνυμίας στη γενική ύστερα από ουσιαστικά.
β. Το επίθετο δικός, δική, δικό μαζί με τους αδύνατους τύπους της προσωπικής αντωνυμίας στη γενική, κυρίως όταν θέλουμε να δώσουμε έμφαση.
Αυτοπαθείς ονομάζονται οι αντωνυμίες που φανερώνουν ότι το ίδιο πρόσωπο ενεργεί, αλλά και δέχεται την ενέργεια του ρήματος.
π.χ. Να φροντίζεις τον εαυτό σου. / Ενδιαφέρονται μόνο για τον εαυτό τους.
Οριστικές ονομάζονται οι αντωνυμίες που ξεχωρίζουν κάτι (κάποιο πρόσωπο, ζώο ή πράγμα) από άλλα του ίδιου είδους.
Οριστικές αντωνυμίες είναι:
α. Το επίθετο ο ίδιος, η ίδια, το ίδιο (μαζί με το οριστικό άρθρο)
β. Το επίθετο μόνος, μόνη, μόνο (χωρίς άρθρο) με τη γενική των αδύνατων τύπων της προσωπικής αντωνυμίας.
Δεικτικές ονομάζονται οι αντωνυμίες που χρησιμοποιούμε όταν δείχνουμε πρόσωπα, ζώα ή πράγματα τα οποία είναι κοντά μας ή στα οποία αναφερθήκαμε λίγο πριν.
Οι δεικτικές αντωνυμίες είναι οι εξής:
α. αυτός, -ή, -ό
β. εκείνος, -η, -ο
γ. (ε)τούτος, -η, -ο
δ. τέτοιος, -α, -ο
ε. τόσος, -η, -ο
Αναφορικές ονομάζονται οι αντωνυμίες με τις οποίες μια ολόκληρη πρόταση (αναφορική) αναφέρεται σε μια άλλη λέξη.
Αναφορικές αντωνυμίες είναι οι εξής:
α. που (άκλιτο)
β. ο οποίος, η οποία, το οποίο
γ. όποιος, όποια, όποιο
δ. όσος, όση, όσο
ε. ό,τι (άκλιτο)
Ερωτηματικές ονομάζονται οι αντωνυμίες τις οποίες χρησιμοποιούμε όταν ρωτάμε.
Ερωτηματικές αντωνυμίες είναι οι εξής:
α. τι (άκλιτο)
β. ποιος, ποια, ποιο
γ. πόσος, πόση, πόσο
Αόριστες ονομάζονται οι αντωνυμίες τις οποίες χρησιμοποιούμε όταν μιλάμε αόριστα για ένα πρόσωπο, ζώο ή πράγμα, χωρίς να το ονομάζουμε.
Αόριστες αντωνυμίες είναι οι εξής:
α. ένας, μια (μία), ένα
β. κανένας (κανείς), καμία (καμιά), κανένα
γ. κάποιος, κάποια, κάποιο
δ. καθένας, καθεμία (καθεμιά), καθένα
ε. κάθε
στ. καθετί
ζ. κάτι, κατιτί (είναι άκλιτα)
η. τίποτα, τίποτε (είναι άκλιτο)
θ. κάμποσος, κάμποση, κάμποσο
ι. μερικοί, μερικές, μερικά
ια. άλλος, άλλη, άλλο
ιβ. ο (η, το) τάδε – ο (η, το) δείνα
- Συνώνυμα (ή συνώνυμες) λέγονται οι λέξεις που έχουν περίπου την ίδια σημασία:
π.χ. περπατώ-βαδίζω / εργασία-δουλειά - Αντώνυμα (ή αντίθετες) λέγονται οι λέξεις που έχουν αντίθετη σημασία:
π.χ. μαύρο-άσπρο / έρχομαι-φεύγω
Καταλαβαίνω τις δύσκολες λέξεις του κειμένου
- οικιακός, -ή, -ό (επίθ.): που έχει σχέση με το σπίτι ή που βρίσκεται σε αυτό.
- η πρόληψη (ουσ.): η φροντίδα ώστε να αποφύγουμε κάτι δυσάρεστο. εξωτερικά ιατρεία: τα ιατρεία κάποιου νοσοκομείου τα οποία δέχονται ασθενείς που δε νοσηλεύονται μέσα σε αυτό.
- οφείλομαι (παθ. φωνή του ρημ. οφείλω): γίνομαι, συμβαίνω εξαιτίας.
- αναπληρωτής καθηγητής: τίτλος διδάσκοντα σε πανεπιστήμιο που δείχνει τη βαθμίδα στην οποία βρίσκεται.
- η επιτροπή (ουσ.): μια ομάδα προσώπων που έχει την ευθύνη να ασχοληθεί με κάποιο συγκεκριμένο θέμα ή πρόβλημα και να κάνει προτάσεις για αυτό.
- διακομίζομαι (ρήμ.): μεταφέρομαι
- η διάσειση (ουσ.): μετά από δυνατό χτύπημα στο κεφάλι μπορεί να εμφανιστούν σε κάποιον συμπτώματα όπως έντονος πονοκέφαλος, αδυναμία να συγκεντρώσει την προσοχή του σε κάτι ή να σκεφτεί κάτι, ακόμα και αμνησία· τότε λέμε ότι έπαθε διάσειση.
- ο μώλωπας (ουσ.): μετά από χτύπημα ή πέσιμο, το σώμα μας στα σημεία που χτυπήσαμε μελανιάζει και συνήθως πρήζεται· οι μελανιές αυτές λέγονται μώλωπες.
- η εκδορά (ουσ.): γδάρσιμο, γρατσουνιά του δέρματος.
- το κάταγμα (ουσ.): σπάσιμο, π.χ. το κάταγμα των οστών.
- η εξάρθρωση (ουσ.): ο τραυματισμός που συμβαίνει με τη μικρή μετατόπιση των οστών που σχηματίζουν μια άρθρωση του σώματός μας.
- το διάστρεμμα (ουσ.): το στραμπούληγμα.
Μερικά ρήματα κατά την κλίση κάποιων χρόνων έχουν τύπους όμοιους με αυτούς των αρχαίων ελληνικών, ακολουθούν λοιπόν την αρχαία κλίση και γι’ αυτό ονομάζονται λόγια. Πρόκειται κυρίως για σύνθετα ρήματα με α´ συνθετικό πρόθεση (ανά, από, εκ, εν, επί, παρά, συν κ.λπ.) και β´ συνθετικό ρήματα της αρχαίας ελληνικής γλώσσας, όπως τα άγω, βαίνω, δείκνυμι, λαμβάνω, τυγχάνω, ίσταμαι κ.ά.
Για να εκφράσουμε το χρόνο μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε xρονικούς προσδιορισμούς. Χρονικοί προσδιορισμοί λέγονται οι λέξεις ή οι φράσεις που δείχνουν τον χρόνο, το πότε γίνεται κάτι.
Απαντούν στην ερώτηση: πότε;
Οι χρονικοί προσδιορισμοί εμφανίζονται με τις ακόλουθες μορφές:
1. Τους χρόνους του ρήματος.
2. Τις χρονικές προτάσεις.
3. Τα χρονικά επιρρήματα.
4. Ονοματικές φράσεις - ουσιαστικά σε πτώση γενική και αιτιατική
5. Εμπρόθετοι προσδιορισμοί - Φράσεις με προθέσεις.
6. Χρονικές μετοχές
7. Επιρρηματικές φράσεις
Ρήματα είναι οι λέξεις που φανερώνουν ότι κάτι κάνω ή κάτι παθαίνω ή βρίσκομαι σε μια κατάσταση.
Χρόνοι του ρήματος είναι οι μορφές που παίρνει το ρήμα για να δηλώσει πότε και πώς γίνεται κάτι. Χωρίζονται σε παροντικούς, παρελθοντικούς και μελλοντικούς και εκφράζουν διάφορες χρονικές βαθμίδες.
π.χ. παίζω, λερώνομαι, κοιμάμαι
Παρελθόν | Παρόν | Μέλλον |
Αόριστος | Ενεστώτας | Μέλλοντας Συνοπτικός |
Παρατατικός | Παρακείμενος | Μέλλοντας Εξακολουθητικός |
Υπερσυντέλικος | Μέλλοντας Συντελεσμένος |
Είναι δευτερεύουσες - εξαρτημένες προτάσεις που δηλώνουν το χρόνο που γίνεται αυτό που δηλώνει η κύρια πρόταση από την οποία εξαρτώνται.
Οι χρονικές προτάσεις εισάγονται (αρχίζουν) με χρονικούς συνδέσμους (όταν, σαν, ενώ, αφού, προτού, πριν, πριν να, μόλις, όποτε, αφότου, ώσπου, όσο που, καθώς, άμα) ή φράσεις που δηλώνουν χρόνο (τη στιγμή που, εκεί που, την ώρα που, κάθε που κλπ.).
Οι χρονικές προτάσεις χωρίζονται με κόμμα από την κύρια πρόταση.
π.χ. Όταν γυρίσω στο σπίτι, θα σε πάρω τηλέφωνο.
Τη στιγμή που ετοιμαζόμουν να φύγω, χτύπησε το κουδούνι.
Είναι άκλιτες λέξεις που απαντούν στην ερώτηση πότε έγινε αυτό που δηλώνει το ρήμα.
Συνηθισμένα χρονικά επιρρήματα είναι τα εξής:
χθες, σήμερα, αύριο, μεθαύριο, φέτος, τότε, νωρίς, αργά, αργότερα, συχνά, απόψε, πέρυσι, πρόσφατα, εγκαίρως, αμέσως, κάποτε, ποτέ, έπειτα, ύστερα, τώρα, μετά, συνήθως, πάντα, τελικά, πριν κ.ά.
π.χ. Θα συναντηθούμε αργότερα.
Επέστρεψα στο σπίτι νωρίς.
Πρόκειται για κάποια ουσιαστικά συνήθως σε πτώση αιτιατική, σπανιότερα σε γενική, που φανερώνουν χρόνο.
π.χ. Τα σχολεία αρχίζουν τον Σεπτέμβριο.
Θα έρθουμε ξανά στο νησί του χρόνου.
Πάμε στο θέατρο το βράδυ;
Τον χειμώνα χιόνισε πολύ.
Οι φράσεις αυτές αποτελούνται από πρόθεση + ουσιαστικό ή επίρρημα (για, από, με, σε, κατά, προς, ως, ίσαμε, μέχρι, μετά κ.ά.).
π.χ. Θα μείνω στο σχολείο ως το μεσημέρι.
Γυρίσαμε κατά το βραδάκι.
Ας συναντηθούμε μετά το μάθημα.
Κουβεντιάζαμε για ώρα.
• Χρονικό επίρρημα και η πρόθεση από
π.χ. Φύγαμε ύστερα από μέρες.
Θα σου τηλεφωνήσω πριν από το μεσημέρι.
• Δύο χρονικά επιρρήματα μαζί.
π.χ. Συναντιόμαστε κάπου κάπου.
Ο πατέρας έφυγε για τη δουλειά του πρωί πρωί.
• Κλιτές (-μενος, -μενη, -μενο)
π.χ. Ερχόμενος (= καθώς ερχόμουν) στο σπίτι, συνάντησα την Ελένη.
• Άκλιτες (-οντας, -ώντας)
π.χ. Μπαίνοντας (= όταν μπήκα) στην αίθουσα, είδα τη
Σε μία περιγραφή βρίσκουμε συχνά λέξεις ή φράσεις που φανερώνουν τόπο (τοπικούς προσδιορισμούς). Τέτοιες είναι κυρίως:
α) τοπικά επιρρήματα (μέσα, έξω, εδώ, εκεί, βόρεια, νότια, μακριά, χαμηλά, πουθενά, δίπλα, καταγής, πίσω, κοντά κτλ.):
π.χ. Το αεροπλάνο πετά χαμηλά.
β) επιρρηματικές εκφράσεις (κοντά σε..., μακριά από..., μπροστά από/σε..., κάτω από... κτλ.):
π.χ. Πέρασε μπροστά από το σπίτι τρέχοντας.
Το περιβόλι του παππού είναι κοντά στο χωριό.
γ) φράσεις με προθέσεις:
π.χ. Το καλοκαίρι τα πλοία φεύγουν για τα νησιά γεμάτα με κόσμο.
Καθίσαμε όλοι στο τραπέζι για το μεσημεριανό φαγητό.
Έτρεξε προς την εξώπορτα, όταν άκουσε τη φωνή σου.