Τι θα μάθουμε σε αυτή την ενότητα:
- Να περιγράφουμε ένα αντικείμενο
- Να χρησιμοποιούμε τους χρόνους του ρήματος
- Να αφηγούμαστε μια ιστορία
- Να μιλάμε για το χτες, το σήμερα, το αύριο (χρόνοι ρημάτων, επιρρήματα, ουσιαστικά, σύνδεσμοι)
- Να φτιάχνουμε την περίληψη μιας ιστορίας
- Να γράφουμε μια ανακοίνωση
Λεξιλόγιο σε αυτή την ενότητα:
- Θεματικό λεξιλόγιο: ταξίδια, αυτοκίνητο, μηχανή, Σάββατο, θάλασσα, περιβάλλον, λεπτομέρειες, καθυστέρηση, οδηγώ, συνταξιδιώτες, σιδηροδρομικές γραμμές, απόσταση, ταχύτητα, περιπέτεια, ανακοίνωση, εκπαιδευτική εκδρομή, συμμετοχή, οργανώνω, εφημερίδα, προορισμός, προετοιμασίες, ναυάγιο, ποδηλάτης, πλοίαρχος, ναύτης, κρουαζιέρα, δωμάτιο, διαδρομή, ωκεανός, γιαλός, πέλαγος.
Ρίτα Μπούμη-Παπά (1906-1984)
Η Ρίτα Μπούμη-Παπά γεννήθηκε στη Σύρο. Το 1920 εγκαταστάθηκε στις Συρακούσες της Σικελίας, όπου σπούδασε παιδαγωγική και ειδικεύτηκε στη μέθοδο Montessori. Μετά την επιστροφή της στην Ελλάδα εργάστηκε ως δημοσιογράφος και μεταφράστρια σε περιοδικά όπως η "Νέα Εστία", το "Νέον Κράτος", οι "Νέοι Ρυθμοί" και εφημερίδες όπως η "Αλλαγή", η "Μάχη", η "Αυγή" (την περίοδο 1957-1960). Υπήρξε αρχισυντάκτις του περιοδικού "Ιόνιος Ανθολογία" (από το 1929), εκδότρια των περιοδικών "Εφημερίδα των ποιητών" (1956-1958) και "Κυκλάδες" (1930-1932) και διευθύντρια του Ιδρύματος Περιθάλψεως Παιδιού (1930-1933). Το 1936 παντρεύτηκε τον ποιητή Νίκο Παππά, με τον οποίο έζησε στα Τρίκαλα ως το 1940, οπότε εγκαταστάθηκαν στην Αθήνα, όπου έζησαν την υπόλοιπη ζωή τους. Στη λογοτεχνία πρωτοεμφανίστηκε το 1929 με τη δημοσίευση του ποιήματός της "Μικρέ μου αλήτη" στη "Νέα Εστία", ενώ σε παιδική ηλικία είχε δημοσιεύσει ποιήματα στη "Διάπλαση των Παίδων" (1919). Ασχολήθηκε κυρίως με την ποίηση αλλά και με την πεζογραφία, την ταξιδιωτική λογοτεχνία, τη μετάφραση (έργα των Λ.Λέβτσεφ, Σολόχωφ, Μπέκετ, Μπέττι, Ουγκώ και άλλων). Τιμήθηκε με τον Α΄ Έπαινο της Ακαδημίας Αθηνών (1935), το Α’ Βραβείο Εθνικής Αντίστασης (1945), το Διεθνές Βραβείο Συρακουσών (1949), το Βραβείο της Γυναικείας Λογοτεχνικής Συντροφιάς (1965) καθώς και από το Ρουμανικό κράτος και την Ακαδημία του Βουκουρεστίου. Υπήρξε μέλος της Ακαδημίας Αθηνών. Ποιήματά της μεταφράστηκαν στα αγγλικά, γαλλικά, ιταλικά, γερμανικά, ρωσικά, ισπανικά, ουγγρικά, σερβικά, πολωνικά, αλβανικά, πορτογαλικά και άλλες γλώσσες. Η Ρίτα Μπούμη-Παπά τοποθετείται χρονικά στους έλληνες λογοτέχνες της γενιάς του μεσοπολέμου. Η γραφή της χαρακτηρίζεται θεμελιωδώς από τη φυσιολατρεία της, και παρουσιάζει έντονα τα στοιχεία του αισθησιασμού, του λυρισμού αλλά και του πολιτικού και κοινωνικού προβληματισμού, ιδιαίτερα στα μεταπολεμικά έργα της. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία της Ρίτας Μπούμη-Παπά βλ. Δημήτρης Γιάκος, "Μπούμη-Παπά, Ρίτα", στη "Μεγάλη εγκυκλοπαίδεια της νεοελληνικής λογοτεχνίας", τ. 10, Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ. [1968], Αλέξανδρος Αργυρίου, "Ρίτα Μπούμη-Παπά", στο "Η ελληνική ποίηση· νεωτερικοί ποιητές του μεσοπολέμου", Αθήνα, Σοκόλης, 1979, Αλέξης Ζήρας, "Μπούμη-Παπά Ρίτα", στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ. 7, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1987, και Αλέξης Ζήρας, "Μπούμη-Παπά, Ρίτα", στο "Λεξικό νεοελληνικής λογοτεχνίας", Αθήνα, Εκδόσεις Πατάκη, 2007.
(Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
Καταλαβαίνω τις δύσκολες λέξεις του κειμένου
- ο θαλασσομάχος (ουσ.): που ριψοκινδύνευσε πολλές φορές στη θάλασσα, που πάλεψε με τα κύματα, ο θαλασσοδαρμένος.
- η δεξαμενή (ουσ.): ο χώρος που έχει ειδικά διαμορφωθεί για να αποθηκεύουμε σε αυτόν μεγάλη ποσότητα νερού.
- σμίγω (ρήμ. α' συζ.): ενώνομαι, συναντιέμαι.
- τα νερά τους σμίγουν πέντε ποταμοί: τα πέντε αυλάκια της αυλής του αφηγητή καταλήγουν στη δεξαμενή. Σε κάθε αυλάκι δίνει το όνομα ενός μεγάλου ποταμού.
- ο κάβος (ουσ.): το ακρωτήριο. Η λέξη είναι ναυτικός όρος και χρησιμοποιείται από τους θαλασσινούς.
- Βόλγας. ποταμός στην ευρωπαϊκή Ρωσία, που χύνεται στην Κασπία θάλασσα. Είναι ο μεγαλύτερος ποταμός της Ευρώπης σε μήκος.
- Μισσισσιππής. ο πιο μεγάλος σε μήκος ποταμός της Βόρειας Αμερικής και τρίτος σε μήκος σε όλη τη Γη. Απλώνεται σχεδόν σε ολόκληρο το έδαφος των ΗΠΑ και χύνεται στον Κόλπο του Μεξικού.
- το πολυτρίχι (ουσ.): μικρό φυτό που τα φύλλα του έχουν πολλές προεξοχές λεπτές σαν τρίχες.
- ο κισσός (ουσ.): καλλωπιστικό αναρριχητικό φυτό με στιλπνά και βαθυ- πράσινα φύλλα.
- χλωρός, -ή, -ό (επίθ.): που μόλις έχει βλαστήσει, είναι πράσινος και δροσερός και δεν έχει ακόμη ωριμάσει.
- του κισσού μας τη χλωρή κουρτίνα: ο κισσός, όταν αναπτύσσεται, αποκτά πυκνό φύλλωμα. Έτσι, μοιάζει με πράσινη κουρτίνα που μόλις έχει βλαστήσει, όπως φαίνεται σε αυτή τη μεταφορά.
- έγια μόλα: ναυτική έκφραση που τη λέει αυτός που δίνει το ρυθμό στους κωπηλάτες οι οποίοι τραβούν τα κουπιά.
- η πλώρη (ουσ.): το μπροστινό μέρος του καραβιού (βάζω πλώρη: ξεκινώ ένα ταξίδι με συγκεκριμένο προορισμό).
- Σουέζ: πρόκειται για τη διώρυγα του Σουέζ, που συνδέει τη Μεσόγειο με την Ερυθρά θάλασσα στη βορειοανατολική Αφρική.
- Πόλη: η Κωνσταντινούπολη. Υπήρξε πρωτεύουσα της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας από την ίδρυσή της, το 330 μ.Χ., έως την άλωση της, το 1453 μ.Χ., από τους Οθωμανούς Τούρκους, αλλά και πρωτεύουσα της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (1453-1923). Σήμερα είναι πόλη της Τουρκίας με το όνομα Ισταμπούλ.
- Παναμάς: πόλη, πρωτεύουσα κράτους με το ίδιο όνομα στην Κεντρική Αμερική.
Μαργαρίτα Λυμπεράκη (1919-2001).
Η Μαργαρίτα Λυμπεράκη γεννήθηκε στην Αθήνα. Παιδί χωρισμένων γονιών μεγάλωσε με τον παππού της τον εκδότη Γεώργιο Φέξη, που της μετέδωσε την αγάπη για το βιβλίο. Σε παιδική ηλικία ταξίδεψε για πρώτη φορά στο Παρίσι και έμαθε γαλλικά. Τέλειωσε το Αρσάκειο γυμνάσιο και σπούδασε στη Νομική Σχολή Αθηνών, από όπου αποφοίτησε το 1943. Ασχολήθηκε επίσης με τη ζωγραφική. Παντρεύτηκε το συγγραφέα Γ. Καραπάνο, με τον οποίο απέκτησε μια κόρη, τη Μαργαρίτα Καραπάνου, που έγινε επίσης συγγραφέας. Την πρώτη της εμφάνιση στο χώρο της λογοτεχνίας έκανε το 1945 ως Μαργαρίτα Καραπάνου (χρησιμοποιώντας το επώνυμο του συζύγου της) με το μυθιστόρημα "Τα δέντρα", ενώ ένα χρόνο αργότερα εξέδωσε το έργο που την έκανε ευρέως γνωστή, το μυθιστόρημα "Τα ψάθινα καπέλα" (που μεταφράστηκε το 1950 στα γαλλικά με τίτλο "Trois etes"). Το 1946 πήρε διαζύγιο και έφυγε με την κόρη της για το Παρίσι, όπου συνδέθηκε με τους Καστοριάδη, Καμπά, Αξελό, Ελύτη και ήρθε σε επαφή με τα πρωτοποριακά ευρωπαϊκά καλλιτεχνικά ρεύματα της εποχής. Στο Παρίσι ολοκληρώθηκε ο "Άλλος Αλέξανδρος" (1950) και το 1952 εγκαινιάστηκε η ενασχόλησή της με τη θεατρική γραφή, άλλοτε στα γαλλικά και άλλοτε στα ελληνικά. Στο χώρο της λογοτεχνίας η Λυμπεράκη κινήθηκε αρχικά στα πλαίσια της ψυχογραφίας με έμφαση στη γυναικεία φύση. Με τον "Άλλο Αλέξανδρο" και κυρίως τα θεατρικά της έργα πέρασε σ’ έναν εντονότερα υπερβατικό χώρο και κινήθηκε στα όρια του συμβολισμού με την τελετουργική διονυσιακή γραφή, στην προσπάθειά της να προσδιορίσει τη θέση της σύγχρονης Ελλάδας ανάμεσα στην Ευρώπη και την Ανατολή μέσω του αρχετυπικών μύθων. Ανάλογος προβληματισμός κυριαρχεί και στο τελευταίο της πεζογράφημα με τίτλο "Το μυστήριο". Έγραψε επίσης τα σενάρια για τις ταινίες "Μαγική πόλη" του Νίκου Κούνδουρου (1955) και "Φαίδρα" του Ζυλ Ντασσέν (1962) και ασχολήθηκε με τη λογοτεχνική μετάφραση. Συνεργάστηκε με την εφημερίδα "Τα Νέα" (1975). Ήταν μέλος της Εταιρείας Συγγραφέων και της Εταιρείας Ελλήνων Θεατρικών Συγγραφέων. Για περισσότερα βιογραφικά στοιχεία της Μαργαρίτας Λυμπεράκη βλ. Λίζυ Τσιριμώκου, "Λυμπεράκη, Μαργαρίτα", στο "Παγκόσμιο Βιογραφικό Λεξικό", τ. 5, Αθήνα, Εκδοτική Αθηνών, 1986· Γεωργία Φαρίνου - Μαλαματάρη, "Μαργαρίτα Λυμπεράκη", στο "Η μεταπολεμική πεζογραφία· από τον πόλεμο του '40 ως τη δικτατορία του '67", τ. Ε΄, σ. 130-177, Αθήνα, Σοκόλης, 1988· Φρ. Φαρμάκης, "Λυμπεράκη, Μαργαρίτα", στη Μεγάλη Εγκυκλοπαίδεια της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας, τ. 9, Αθήνα, Χάρη Πάτση, χ.χ.· Ξανθή Κατσαρή, "Μαργαρίτας Λυμπεράκη: η ζωή και το έργο", στο πρόγραμμα της παράστασης του έργου της Λυμπεράκη "Το μυστικό κρεβάτι ή Τηλέγονος" από το Δημοτικό Περιφερειακό Θέατρο Κομμοτηνής, 1995, σ.11-16· και Αλέξης Ζήρας, Βάλτερ Πούχνερ, "Λυμπεράκη, Μαργαρίτα", στο "Λεξικό Νεοελληνικής Λογοτεχνίας", Αθήνα, Πατάκης, 2007, σ. 1292-1293.
(Πηγή: Αρχείο Ελλήνων Λογοτεχνών, Ε.ΚΕ.ΒΙ.).
Καταλαβαίνω τις δύσκολες λέξεις του κειμένου
- Λυκαβηττός, λόφος στο κέντρο της Αθήνας.
- Φάληρο: παραθαλάσσια συνοικία στο νοτιοδυτικό μέρος της Αττικής, κοντά στον Πειραιά.
- το λαγωνικό (ουσ.): ο σκύλος που είναι ειδικά εκπαιδευμένος για να ανακαλύπτει ζώα στο κυνήγι ή κρυμμένα αντικείμενα (Συνώνυμο: κυνηγόσκυλο).
- η σάλα (ουσ.): χώρος του σπιτιού που χρησιμοποιείται για την υποδοχή των επισκεπτών (Συνώνυμο: σαλόνι).
- η οβίδα (ουσ.): το βλήμα κάθε πυροβόλου όπλου, το οποίο είναι συνήθως κυλινδρικό και στη μια άκρη έχει σχήμα κώνου.
- το πετσί (ουσ.): το δέρμα.
- η φάτσα (ουσ.): το πρόσωπο, η όψη.
- μούργικος σκύλος: ο μεγαλόσωμος σκύλος, συνήθως σκούρου χρώματος, το μαντρόσκυλο.
- ο τσαλαπετεινός (ουσ.): πτηνό με μακρύ ράμφος και πλούσιο φτέρωμα, που έχει πορτοκαλί και καστανό χρώμα, εντυπωσιακό λοφίο και μακριά ουρά.
- ανάκατα (επίρρ.): χωρίς τακτική σειρά, διάσπαρτα.
- κοντολογίς (επίρρ.): με λίγα λόγια.
- εμφάνιση προκλητική: εμφάνιση που προκαλεί το ενδιαφέρον εκείνων που βλέπουν κάτι.
Ιούλιος Βερν (1828 - 1905)
Ο Ιούλιος Βερν ήταν Γάλλος μυθιστοριογράφος. Γεννήθηκε στη Νάντη και σπούδασε νομικά στο Παρίσι, όπου γνωρίστηκε με τον Αλέξανδρο Δουμά (πατέρα). Επιδόθηκε παράλληλα στη μελέτη των φυσικών επιστημών και συνδέθηκε με έναν κύκλο φίλων του αερόστατου. Με βάση τις εμπειρίες αυτές έγραψε το μυθιστόρημα "Πέντε μέρες σε αερόστατο", το οποίο είχε μεγάλη εκδοτική επιτυχία και του εξασφάλισε ένα συμβόλαιο, να παραδίδει δηλ. στον εκδότη του δύο έργα κάθε χρόνο με αμοιβή 20 χιλ. φράγκα. Αγόρασε μετά ένα μικρό ιστιοφόρο και άρχισε μακρινά ταξίδια στις βόρειες θάλασσες, στην Αμερική, στη Μεσόγειο και στο Αιγαίο. Στα ταξίδια αυτά εμπνεύστηκε το "Αρχιπέλαγος στις φλόγες". Η φαντασία του ήταν αστείρευτη. Τα δεδομένα των φυσικών επιστημών ήταν η μόνιμη πηγή έμπνευσής του. Πολλά χρόνια πριν από την τελειοποίησή τους περιέγραψε το υποβρύχιο, το αεροπλάνο, τα ταξίδια στο διάστημα κ.λ.π. Έγραψε συνολικά 104 μυθιστορήματα, τα περισσότερα από τα οποία μεταφράστηκαν σε όλες τις γλώσσες του κόσμου και στην ελληνική. Τα πιο γνωστά απ' αυτά είναι: "Ροβήρος ο κατακτητής", "Η σχολή των Ροβινσώνων", "Ο Μιχαήλ Στρογκόφ", "Ο μεσημβρινός αστήρ", "Οι τύχες τριών Ρώσων και τριών Άγγλων στη Νότιο Αφρική", "Τα τέκνα του πλοιάρχου Γκραντ", "Ο δεκαπενταετής πλοίαρχος", "Ο γύρος της γης σε 80 ημέρες", "Είκοσι χιλιάδες λεύγες κάτω από τη θάλασσα", "Από τη γη στη σελήνη", "Γύρω από τη σελήνη", "Στα κύματα και στη φωτιά", "Παράδοξα ταξίδια, ο Κεραμπάν εφέντης", "Το κυνήγι του αερόλιθου", "Ο Πύργος των Καρπαθίων", "Η σφίγγα των πάγων", "Σάνσελορ" κ.λ.π. Με ύφος γλαφυρό και γοητευτικό σε όλα του τα μυθιστορήματα κατορθώνει να κρατά αδιάπτωτο το ενδιαφέρον μικρών και μεγάλων αναγνωστών. Γι' αυτό είναι ο πιο διαβασμένος και αγαπητός συγγραφέας των νεότερων χρόνων. Γενιές ολόκληρες γαλούχησε με τους ήρωές του, που στη δράση τους καθοδηγούνται από τον οραματισμό της κυριαρχίας του ανθρώπου στη φύση και στη ζωή.
(Πηγή: Βικιπαιδεία.).
Καταλαβαίνω τις δύσκολες λέξεις του κειμένου
- διαδραματίζομαι (ρήμ.): συμβαίνω.
- Αλάχαμπαντ: πόλη της Ινδίας.
- οι ράγες (ουσ.): οι σιδηροδρομικές γραμμές.
- αφοπλιστικός, -ή, -ό (επίθ.): μεταφορικά αυτός που κάνει αμέσως τους άλλους να τον δεχτούν χωρίς να μπορούν να προβάλουν αντίρρηση.
- η αυτοπεποίθηση (ουσ.): η εμπιστοσύνη που έχουμε στον εαυτό μας, στις δυνάμεις και στις ικανότητές μας.
- μορφασμός (ουσ.): έκφραση του προσώπου (συνώνυμο: γκριμάτσα).
- το πασούμι (ουσ.): η παντόφλα.
- το υποζύγιο (ουσ.): το ζώο που χρησιμοποιείται για τη μεταφορά φορτίων, τράβηγμα κάρων και άλλες βαριές δουλειές.
- μη στάξει και μη βρέξει: έκφραση που χρησιμοποιούμε στο λόγο μας για να δείξουμε πως φροντίζουμε κάποιον πάρα πολύ, π.χ. Είναι μοναχοπαίδι και τον έχουν μη στάξει και μη βρέξει.
- εξωφρενικός, -ή, -ό (επίθ.): ιδιαίτερα ασυνήθιστος και παράλογος, με αποτέλεσμα να μας εκνευρίζει.
- η λίρα (Αγγλίας): χρυσό αγγλικό νόμισμα που πρωτοκυκλοφόρησε το 1817, με μεγάλη και διαχρονική αξία (ποσό δέκα λιρών, ποσό μεγάλης αξίας εκείνη την εποχή).
- αμετάπειστος, -η, -ο (επίθ.): που δε μεταπείθεται, που δεν αλλάζει την ιδέα, την άποψη ή τη γνώμη του (συνώνυμο: ανυποχώρητος, ανένδοτος, αδιάλλακτος, άκαμπτος).
- καθόλου ευκαταφρόνητο: που δεν είναι εύκολο να το περιφρονήσουμε, άρα το θεωρούμε σημαντικό, π.χ. Το αγόρασε 100.000 ευρώ, ποσό καθόλου ευκαταφρόνητο.
- ο κατεργάρης (ουσ.): αυτός που σκέπτεται και ενεργεί με πονηριά, που χρησιμοποιεί τεχνάσματα για να πετύχει τους σκοπούς του (συνώνυμο: παμπόνηρος).
Ιούλιος Βερν - Ο Γύρος Του Κόσμου Σε 80 Μέρες
Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες είναι μυθιστόρημα του Ιούλιου Βερν, το οποίο εκδόθηκε το 1873.
Υπόθεση: Ο Φιλέας Φόγκ ήταν ένας πλούσιος εκκεντρικός τζέντλεμαν, ο οποίος είχε πολλές φαεινές ιδέες. Κάποια μέρα, στην Λέσχη Ριφόρμ, στο Λονδίνο, όπου και περνούσε το μεγαλύτερο μέρος της ημέρας του, εξ αφορμής μια συζήτησης, στοιχημάτισε για 20.000 λίρες πως μπορεί να κάνει τον γύρο του κόσμου σε 80 μέρες. Και έτσι ξεκίνησε το ταξίδι, μαζί με τον υπηρέτη του, Πασπαρτού, τον οποίο είχε προσλάβει λίγες ώρες νωρίτερα. Κατά την διάρκεια του ταξιδιού του, παρακολουθείται στενά, χωρίς ο ίδιος να το γνωρίζει, από τον επιθεωρητή Φιξ, ο οποίος υποπτεύεται τον Φογκ ως δράστη μιας ληστείας που σημειώθηκε σε τράπεζα του Λονδίνου.
Πηγή: Βικιπαίδεια
Ο γύρος του κόσμου σε 80 δευτερόλεπτα
Δημιουργία των των Romain Pergeaux και Alex Profit, αφιερωμένη στο βιβλίο του Ιουλίου Βερν "Ο γύρος του κόσμου σε 80 ημέρες". Το βίντεο δημιουργήθηκε εντός 3 εβδομάδων και μας ξεναγεί σε: Λονδίνο, Κάιρο, Mumbay, Χονγκ Κονγκ, Τόκιο, Σαν Φρανσίσκο, Νέα Υόρκη με κατάληξη το Λονδίνο.
Για να εκφράσουμε το χρόνο μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε xρονικούς προσδιορισμούς. Χρονικοί προσδιορισμοί λέγονται οι λέξεις ή οι φράσεις που δείχνουν τον χρόνο, το πότε γίνεται κάτι.
Απαντούν στην ερώτηση: πότε;
Οι χρονικοί προσδιορισμοί εμφανίζονται με τις ακόλουθες μορφές:
1. Τους χρόνους του ρήματος.
2. Τις χρονικές προτάσεις.
3. Τα χρονικά επιρρήματα.
4. Ονοματικές φράσεις - ουσιαστικά σε πτώση γενική και αιτιατική
5. Εμπρόθετοι προσδιορισμοί - Φράσεις με προθέσεις.
6. Χρονικές μετοχές
7. Επιρρηματικές φράσεις
Ρήματα είναι οι λέξεις που φανερώνουν ότι κάτι κάνω ή κάτι παθαίνω ή βρίσκομαι σε μια κατάσταση.
Χρόνοι του ρήματος είναι οι μορφές που παίρνει το ρήμα για να δηλώσει πότε και πώς γίνεται κάτι. Χωρίζονται σε παροντικούς, παρελθοντικούς και μελλοντικούς και εκφράζουν διάφορες χρονικές βαθμίδες.
π.χ. παίζω, λερώνομαι, κοιμάμαι
Παρελθόν | Παρόν | Μέλλον |
Αόριστος | Ενεστώτας | Μέλλοντας Συνοπτικός |
Παρατατικός | Παρακείμενος | Μέλλοντας Εξακολουθητικός |
Υπερσυντέλικος | Μέλλοντας Συντελεσμένος |
Είναι δευτερεύουσες - εξαρτημένες προτάσεις που δηλώνουν το χρόνο που γίνεται αυτό που δηλώνει η κύρια πρόταση από την οποία εξαρτώνται.
Οι χρονικές προτάσεις εισάγονται (αρχίζουν) με χρονικούς συνδέσμους (όταν, σαν, ενώ, αφού, προτού, πριν, πριν να, μόλις, όποτε, αφότου, ώσπου, όσο που, καθώς, άμα) ή φράσεις που δηλώνουν χρόνο (τη στιγμή που, εκεί που, την ώρα που, κάθε που κλπ.).
Οι χρονικές προτάσεις χωρίζονται με κόμμα από την κύρια πρόταση.
π.χ. Όταν γυρίσω στο σπίτι, θα σε πάρω τηλέφωνο.
Τη στιγμή που ετοιμαζόμουν να φύγω, χτύπησε το κουδούνι.
Είναι άκλιτες λέξεις που απαντούν στην ερώτηση πότε έγινε αυτό που δηλώνει το ρήμα.
Συνηθισμένα χρονικά επιρρήματα είναι τα εξής:
χθες, σήμερα, αύριο, μεθαύριο, φέτος, τότε, νωρίς, αργά, αργότερα, συχνά, απόψε, πέρυσι, πρόσφατα, εγκαίρως, αμέσως, κάποτε, ποτέ, έπειτα, ύστερα, τώρα, μετά, συνήθως, πάντα, τελικά, πριν κ.ά.
π.χ. Θα συναντηθούμε αργότερα.
Επέστρεψα στο σπίτι νωρίς.
Πρόκειται για κάποια ουσιαστικά συνήθως σε πτώση αιτιατική, σπανιότερα σε γενική, που φανερώνουν χρόνο.
π.χ. Τα σχολεία αρχίζουν τον Σεπτέμβριο.
Θα έρθουμε ξανά στο νησί του χρόνου.
Πάμε στο θέατρο το βράδυ;
Τον χειμώνα χιόνισε πολύ.
Οι φράσεις αυτές αποτελούνται από πρόθεση + ουσιαστικό ή επίρρημα (για, από, με, σε, κατά, προς, ως, ίσαμε, μέχρι, μετά κ.ά.).
π.χ. Θα μείνω στο σχολείο ως το μεσημέρι.
Γυρίσαμε κατά το βραδάκι.
Ας συναντηθούμε μετά το μάθημα.
Κουβεντιάζαμε για ώρα.
• Χρονικό επίρρημα και η πρόθεση από
π.χ. Φύγαμε ύστερα από μέρες.
Θα σου τηλεφωνήσω πριν από το μεσημέρι.
• Δύο χρονικά επιρρήματα μαζί.
π.χ. Συναντιόμαστε κάπου κάπου.
Ο πατέρας έφυγε για τη δουλειά του πρωί πρωί.
• Κλιτές (-μενος, -μενη, -μενο)
π.χ. Ερχόμενος (= καθώς ερχόμουν) στο σπίτι, συνάντησα την Ελένη.
• Άκλιτες (-οντας, -ώντας)
π.χ. Μπαίνοντας (= όταν μπήκα) στην αίθουσα, είδα τη
Καταλαβαίνω τις δύσκολες λέξεις του κειμένου
- Παρνασσός: βουνό στην Κεντρική Στερεά Ελλάδα, στα σύνορα των νομών Βοιωτίας, Φωκίδας και Φθιώτιδας. Εκεί βρίσκεται ένα από τα πιο μεγάλα και πιο γνωστά χιονοδρομικά κέντρα της Ελλάδας.
- η προϋπόθεση (ουσ.): κάτι που πρέπει να συμβεί ώστε να μπορεί να συμβεί κάτι άλλο, π.χ. Η σωστή διατροφή είναι απαραίτητη προϋπόθεση για να έχουμε καλή υγεία (συνώνυμο: όρος).
- προσανατολίζομαι (ρήμ. α' συζ.): βρίσκω τη θέση μου σε σχέση με τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα ή, γενικά, καταλαβαίνω πού βρίσκομαι και ποια είναι η σωστή κατεύθυνση που πρέπει να ακολουθήσω.
- να προκαταβάλετε υποτ. αορίστου του προκαταβάλλω (ρήμ. α' συζ.): δίνω κάτι, συνήθως χρήματα, από πριν.