Τι θα μάθουμε σε αυτή την ενότητα:
- Τις εγκλίσεις του ρήματος και τον σχηματισμό της Προστακτικής των σύνθετων ρημάτων.
- Τις αποτελεσματικές ή συμπερασματικές προτάσεις.
- Για το θαυμαστικό, το ερωτηματικό, τα αποσιωπητικά, τα διαλυτικά, το ενωτικό, την απόστροφο και την υποδιαστολή.
- Τα παραθετικά επιθέτων και επιρρημάτων.
- Τις συμφράσεις και εκφράσεις.
- Τα αντώνυμα επίθετα.
- Τις Υποθετικές προτάσεις.
- Το οριστικό και αόριστο άρθρο.
- Τα διαλυτικά.
Λεξιλόγιο σε αυτή την ενότητα:
- Θεματικό λεξιλόγιο: διατροφή, κύματα, λαιμαργία, φάλαινα, συνταγή, μαγειρική, υλικά, εκτέλεση, παραδοσιακές γεύσεις, γιορτινό, νόστιμα, αρχαιότητα, γεύματα, διαφήμιση, εφημερίδα, τηλεόραση, περιοδικά, ραδιόφωνο, υγιεινή μεσογειακή διατροφή, γευστική, ποιότητα, ποικιλία, πεπτικό σύστημα, συνθηματική φράση, σλόγκαν, ζυμαρικά, γαλακτοκομικά, αλλαντικά, λαχανικά, φρούτα, τηγανίζω, ψήνω, σωματική ανάπτυξη, ελαιόλαδο, νηστικός, δίαιτα, χορτοφάγος, κρεατοφάγος, νηστίσιμος, άψητος, νόστιμος.
- Οικογένεια λέξεων:
- Υπερθετικός βαθμός με σύνθετες λέξεις (όλος, θεός, κατά, πέντε, τρις + επίθετο ⇒ θεονήστικος, ολόφρεσκος κτλ.)
Ευγένιος Τριβιζάς
Ο Ευγένιος Τριβιζάς Γεννήθηκε στην Αθήνα το 1946. Είναι δικηγόρος, πτυχιούχος της Νομικής και των Πολιτικών και Οικονομικών Επιστημών του Πανεπιστημίου Αθηνών, κάτοχος Master of Laws (University College), διδάκτωρ Νομικής του Πανεπιστημίου του Λονδίνου (London School of Economics and Political Science) και Senior Research Fellow του Πανεπιστημίου Λονδίνου.
Διδάσκει Εγκληματολογία και Συγκριτικό Ποινικό Δίκαιο στο Πανεπιστήμιο του Reading και διευθύνει το Τμήμα Εγκληματολογικών Μελετών του ίδιου Πανεπιστημίου (Director fo Cominal Justice Studies). Έχει διδάξει επίσης στο Bramshill Police College, τo Central London Polytechnic και το London School of Economics, ενώ το διάστημα 1993-1998 ήταν επισκέπτης καθηγητής Εγκληματολογίας στο Πάντειο Πανεπιστήμιο Αθηνών.
Με τη λογοτεχνία ο Ευγένιος Τριβιζάς έχει ασχοληθεί από τα παιδικά του χρόνια. Έχει γράψει περίπου 150 βιβλία μεταξύ των οποίων μυθιστορήματα, παραμύθια, θεατρικά έργα, αλφαβητάρια, διηγήματα, κόμικς, εκπαιδευτικά βιβλία, ενώ έχει συνεργαστεί και με παιδικά περιοδικά. Από τα πιο γνωστά του έργα είναι η Φρουτοπία και το "Νησί των πυροτεχνημάτων".
Βιβλία του Ευγένιου Τριβιζά έχουν μεταδοθεί από το BBC, έχουν περιληφθεί στα αναγνωστικά ελληνικών και αμερικανικών σχολείων και έχουν μεταφραστεί στα αγγλικά γερμανικά, ισπανικά, ολλανδικά, σουηδικά, ιαπωνικά και άλλες γλώσσες.
Καταλαβαίνω τις δύσκολες λέξεις του κειμένου
- o σπάρος (ουσ.): μικρό ψάρι που έχει χρώμα γκρίζο και λαμπερό ασημί, ζει σε μικρά κοπάδια σε ρηχές και βραχώδεις θάλασσες κι έχει νόστιμο κρέας. Μοιάζει με το σαργό και το μελανούρι.
- το κανό (άκλ. ουσ.): μικρή στενόμακρη μονοθέσια βάρκα με κουπιά.
- της θάλασσας τ’ αλογάκια: οι ιππόκαμποι.
- η βουλιμία (ουσ.): το αίσθημα της πολύ έντονης πείνας που πρέπει να ικανοποιηθεί αμέσως (Συνώνυμο.: λαιμαργία).
- το αεροπλανοφόρο (ουσ.): το πολεμικό πλοίο που το κατάστρωμά του είναι ειδικά διαμορφωμένο για να μεταφέρει αεροπλάνα.
- της γραμμής τα πλοία: τα πλοία που συνδέουν νησιά μεταξύ τους ή με την ηπειρωτική Ελλάδα και εκτελούν δρομολόγια σε συγκεκριμένες ημέρες και ώρες.
- χάφτω (ρήμα α' συζ.): τρώω καταπίνοντας γρήγορα, με λαιμαργία. (τα ’χαψα όλα: τα κατάπια όλα.)
- η μέδουσα (ουσ.): η τσούχτρα· θαλασσινό ζώο που μοιάζει με ομπρέλα και όταν το αγγίξουμε προξενεί στο σώμα μας ερεθισμό και φαγούρα.
- το καμάκι (ουσ.): το ξύλινο κοντάρι που έχει μυτερό σιδερένιο άκρο, συνήθως τρίαινα, και χρησιμοποιείται στο ψάρεμα.
- ο φαλαινοθήρας (ουσ.): ο κυνηγός φαλαινών.
- η μαργαρίνη (ουσ.): τρόφιμο που μοιάζει με το βούτυρο και είναι φτιαγμένο από ζωικά και φυτικά λίπη.
- η μπανέλα (ουσ.): (α) λεπτή ελαστική πλάκα στο πάνω σαγόνι της φάλαινας· (β) έλασμα που κατασκευάζεται από την παραπάνω ουσία και το οποίο χρησιμοποιείται ως εξάρτημα στήριξης σε γιακάδες πουκαμίσων κτλ.
- ο κυκλώνας (ουσ.): το σύστημα των ανέμων οι οποίοι πνέουν με πολύ μεγάλη ταχύτητα στην ατμόσφαιρα και συνδυάζονται συνήθως με πυκνές νεφώσεις και καταρρακτώδεις βροχές ή χιονοπτώσεις
Το ανελέητο κυνήγι των φαλαινών
Τα παλαιότερα χρόνια το κυνήγι των φαλαινών, η φαλαινοθηρία όπως ονομάζεται, ήταν πολύ συχνό φαινόμενο. Το λάδι από το λίπος αυτών των θηλαστικών, οι μπαλένες και το κρέας ήταν περιζήτητα και πληρώνονταν ακριβά από τους αγοραστές.
Το ανελέητο κυνήγι τους μείωσε σημαντικά τον αριθμό των φαλαινών και οδήγησε στην εξαφάνιση κάποιων ειδών. Τα τελευταία χρόνια υπάρχει μια παγκόσμια κίνηση για να προστατευτούν οι φάλαινες, μια και ακόμη απειλούνται από κράτη όπως η Ιαπωνία και η Ισλανδία που επιτρέπουν τη φαλαινοθηρία.
Πηγή: Βικιπαίδεια
Παρουσίαση από την ιστοσελίδα Ψηφιακή Τάξη
Καταλαβαίνω τις δύσκολες λέξεις του κειμένου
- να σβολιάσει· υποτ. αορίστου του σβολιάζω (ρημ. α' συζ.): παίρνω σχήμα σβόλου, δηλαδή σχήμα μικρής μπαλίτσας.
- σουρώνω (ρημ. α' συζ.): βγάζω το νερό, το στραγγίζω με φίλτρο ή σουρωτήρι.
- διαδοχικά (επίρρ.): με μια σειρά κατά την οποία το ένα πρόσωπο ή πράγμα ή γεγονός ακολουθεί αμέσως μετά το άλλο.
- το έθιμο (ουσ.): συνήθεια που παραδίδεται από γενιά σε γενιά, π.χ. Ένα από τα έθιμα της Πρωτοχρονιάς είναι η κοπή της βασιλόπιτας,
- το βότανο (ουσ.): το φυτό που έχει φαρμακευτικές ιδιότητες.
- το τουρσί (ουσ.): λαχανικό που συντηρείται σε ξίδι ή άρμη, δηλαδή σε ένα μείγμα νερού και αλατιού, και χρησιμοποιείται ως ορεκτικό.
- παστά: τα τρόφιμα που συντηρούνται σε αλάτι ή άρμη για να διαρκέσουν μεγαλύτερο χρονικό διάστημα.
- συντηρούμαι (ρημ. β' συζ.): διατηρούμαι στην αρχική μου μορφή.
- να τσιμπολογήσουν· υποτ. αορίστου του τσιμπολογώ (ρημ. β' συζ.): τρώω λίγο από διάφορα φαγητά ή τρώω μικρή ποσότητα του ίδιου φαγητού με μικρές μπουκιές.
- ο χυλός (ουσ.): φαγητό που φτιάχνεται συνήθως από αλεύρι ή άλλη αμυλώδη ουσία ή όσπρια· αποτελεί τροφή για τα βρέφη, τους ηλικιωμένους ή όσους είναι άρρωστοι (Συνώνυμο: κουρκούτι).
- άζυμο ψωμί: το ψωμί που παρασκευάστηκε χωρίς προζύμι κι έτσι δεν έχει προκληθεί ζύμωση.
- μονότονος, -η, -ο (επίθ.): που επαναλαμβάνεται συνέχεια με τον ίδιο πάντα τρόπο, καταντώντας βαρετός.
- το κέτσαπ (άκλ. ουσ.): πικάντικη σάλτσα που παρασκευάζεται από πολτοποιημένες ντομάτες, κρεμμύδια, ζάχαρη και καρυκεύματα (κανέλα, πιπέρι κτλ.).
- τα εντόσθια (ουσ.): τα εσωτερικά όργανα της κοιλιάς ανθρώπου ή ζώου (μόνο πληθ.) (Συνώνυμο: σωθικά, σπλάχνα).
- παχύρρευστος, -η, -ο (επίθ.): που είναι πηχτός και ρέει αργά.
- εύοσμος, -η, -ο (επίθ.): ευ + οσμή που έχει ευχάριστη οσμή, μυρίζει ωραία.
- μετέπειτα (επίρρ.): έπειτα, στη συνέχεια.
- Άπω Ανατολή: η περιοχή που βρίσκονται οι χώρες της ανατολικής και νοτιοανατολικής Ασίας προς τη μεριά του Ειρηνικού ωκεανού, όπως η Ινδοκίνα, η Κίνα, η Ιαπωνία, η Κορέα κ.ά.
- το μπλέντερ (άκλ. ουσ.): η ηλεκτρική συσκευή που πολτοποιεί κομμάτια φρούτων ή διάφορες άλλες τροφές για να φτιάξουμε χυμούς ή πολτούς.
- η απομίμηση (ουσ.): η κατασκευή αντίγραφου, η πιστή μίμηση του προτύπου, π.χ. Ο ζωγραφικός πίνακας που αγοράσαμε είναι απομίμηση ενός πίνακα του Τσαρούχη.
Χρησιμοποιούμε το ρήμα σε διάφορες μορφές. Οι μορφές αυτές που παίρνει το ρήμα για να δείξουμε πώς παρουσιάζεται η ενέργεια του ονομάζονται εγκλίσεις.
Οι εγκλίσεις χωρίζονται σε:
Προσωπικές: οριστική, υποτακτική, προστακτική (έχουν ξεχωριστούς τύπους για τα διάφορα πρόσωπα κάθε αριθμού, π.χ. λύνω, λύνεις, λύνει…)
Απρόσωπες: απαρέμφατο, μετοχή (δεν έχουν ξεχωριστούς τύπους για τα διάφορα πρόσωπα κάθε αριθμού, π.χ. δεθεί, δένοντας, δεμένος)
ΣΗΜΑΝΤΙΚΗ ΠΑΡΑΤΗΡΗΣΗ: Στο νέο βιβλίο Γραμματικής της Ε΄ και ΣΤ΄ Δημοτικού η υποτακτική (και η Προστακτική) θεωρούνται άχρονες εγκλίσεις, σε αντίθεση με τις παλιότερες γραμματικές. Έτσι η Υποτακτική Ενεστώτα αναφέρεται ως εξακολουθητική, του Αορίστου ως Συνοπτική και του Παρακειμένου ως Συντελεσμένη.
Η οριστική φανερώνει πως αυτό που σημαίνει το ρήμα είναι κάτι το βέβαιο και πραγματικό, είτε είναι κατάφαση είτε είναι άρνηση είτε είναι ερώτηση.
Παραδείγματα:
Το μάθημα τέλειωσε. (κατάφαση)
Το μάθημα δεν τελείωσε. (άρνηση)
Τελείωσε το μάθημα; (ερώτηση)
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Αν η πρόταση είναι αρνητική, χρησιμοποιούμε το μόριο δε(ν) μπροστά από το ρήμα:
Παράδειγμα:
Δεν τελείωσε το μάθημα.
Η οριστική παίρνει άρνηση δε(ν).
Η υποτακτική φανερώνει πως αυτό που σημαίνει το ρήμα είναι κάτι που θέλουμε να γίνει ή περιµένουµε να γίνει.
Παραδείγματα:
Θέλω να αγοράσω ψωμί.
Ας διαβάσουμε λίγο.
Όταν ένα ρήμα βρίσκεται στην υποτακτική, συνοδεύεται ή από έναν από τους συνδέσμους για να, όταν, πριν, αν, άμα, ή από τα µόρια να, ας.
Υποτακτική έγκλιση έχουν τρεις χρόνοι: ο ενεστώτας, ο αόριστος και ο παρακείμενος της ενεργητικής και της παθητικής φωνής.
Ενεργητική φωνή Ενεστώτας: να γνωρίζω Αόριστος: να γνωρίσω Παρακείμενος: να έχω γνωρίσει |
Παθητική φωνή Ενεστώτας: να γνωρίζομαι Αόριστος: να γνωριστώ Παρακείμενος: να έχω γνωριστεί |
ΣΗΜΕIΩΣΗ: Αν η πρόταση είναι αρνητική, στην υποτακτική χρησιμοποιούμε μπροστά από το ρήμα τα μόρια μη(ν) και δε(ν):
Παράδειγμα: Αν δεν έχει συγκοινωνία, να μην ξεκινήσει να έρθει.
Η προστακτική φανερώνει πως αυτό που σημαίνει το ρήμα είναι προσταγή, επιθυµία, ευχή.
Παραδείγματα:
Τρέξε γρήγορα. (προσταγή)
Άνοιξε το παράθυρο, σε παρακαλώ. (επιθυµία)
Πήγαινε, στο καλό! (ευχή)
Προστακτική έγκλιση έχουν δύο χρόνοι: ο ενεστώτας και ο αόριστος της ενεργητικής και της παθητικής φωνής.
Επίσης η προστακτική έχει µόνο δύο πρόσωπα: το β΄ ενικό και το β΄ πληθυντικό.
Ενεργητική φωνή | Παθητική φωνή |
Ενεστώτας: γνώριζε - γνωρίζετε Αόριστος: γνώρισε - γνωρίστε |
Ενεστώτας: _____ - γνωρίζεστε Αόριστος: γνωρίσου - γνωριστείτε |
Η μετοχή διακρίνεται σε:
α) άκλιτη και
β) κλιτή
α) Άκλιτη μετοχή είναι η ενεργητική μετοχή που είναι στην ενεργητική φωνή, σε χρόνο ενεστώτα και είναι άκλιτη. Σχηματίζεται προσθέτοντας στο θέμα του ρήματος την κατάληξη -οντας (αν δεν τονίζεται) και -ώντας (αν τονίζεται).
Πιστεύοντας πιο πολύ στον εαυτό σου, θα τα καταφέρεις. (πιστεύω ⇒ πιστεύοντας)
Κοιτώντας το δέντρο, χάνεις το δάσος. (κοιτώ ⇒ κοιτώντας)
β) Κλιτή μετοχή είναι οι παθητικές μετοχές που είναι στην παθητική φωνή, σε χρόνο παρακείμενο και είναι τύποι που κλίνονται όπως τα επίθετα. Η παθητική μετοχή σχηματίζεται προσθέτοντας στο θέμα του ρήματος του ενεστώτα ή του αορίστου τις καταλήξεις –μένος , -μένη , -μένο
Οι ενδιαφερόμενοι να προσκομίσουν τα απαραίτητα δικαιολογητικά στην γραμματεία. (ενδιαφέρομαι ⇒ ενδιαφερόμενος)
Το πληγωμένο ζώο βογκούσε από τον πόνο. (πληγώνω ⇒ πληγωμένος).
Ο Κώστας ήταν πολύ χαρούμενος μετά την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων. (χαίρομαι ⇒ χαρούμενος)
Το απαρέμφατο δεν κλίνεται, δε συνηθίζεται µόνο του και χρησιμεύει για να σχηματίζονται οι συντελεσμένοι χρόνοι του ρήματος (παρακείμενος, υπερσυντέλικος και Συντελεσμένος Μέλλ.). Απαρέμφατο έχει µόνο ο αόριστος της ενεργητικής και της παθητικής φωνής.
Π.χ.: γνωρίζω ⇒ απαρέμφατο: γνωρίσει
γνωρίζομαι ⇒ απαρέμφατο: γνωριστεί
λύνω ⇒ απαρέμφατο: λύσει
λύνομαι ⇒ απαρέμφατο: λυθεί
Αποτελεσματικές ή συμπερασματικές προτάσεις λέγονται οι δευτερεύουσες εξαρτημένες προτάσεις που φανερώνουν το αποτέλεσμα της πράξης που δηλώνει η πρόταση από την οποία εξαρτώνται.
Οι αποτελεσματικές/συμπερασματικές προτάσεις εισάγονται (δηλαδή αρχίζουν) με:
• Aποτελεσματικούς συνδέσμους: ώστε και που. Πολλές φορές μετά τα ώστε και που υπάρχει το να.
π.χ. Ήταν τόσο βέβαιος για τη νίκη, ώστε (ή: που) δεν ανησυχούσε.
• Φράσεις που χρησιμοποιούνται ως αποτελεσματικοί σύνδεσμοι: με αποτέλεσμα να.
π.χ. Η ομάδα μας δεν πρόσεξε την άμυνά της, με αποτέλεσμα να δεχτεί πολλά γκολ.
• Η άρνηση στις αποτελεσματικές (ή συμπερασματικές) προτάσεις που εισάγονται με το ώστε ή το που είναι δε(ν). Όταν όμως εισάγονται με τα ώστε να, που να, με αποτέλεσμα να η άρνηση είναι μη(ν)
• Συχνά στην πρόταση την οποία προσδιορίζουν οι αποτελεσματικές προτάσεις υπάρχουν οι δεικτικές αντωνυμίες: τέτοιος, τέτοια, τέτοιο ή τόσος, τόση, τόσο ή τα επιρρήματα: τόσο, έτσι.
• Οι αποτελεσματικές προτάσεις χωρίζονται συνήθως με κόμμα από την πρόταση που προσδιορίζουν.
Καταλαβαίνω τις δύσκολες λέξεις του κειμένου
- συστατικά (ουσ.): οι διάφορες ουσίες ή τα διάφορα στοιχεία που συνθέτουν μία τροφή ή κάποιο υλικό ή ένα φάρμακο ή κάποιο άλλο σύνολο. Έτσι, μπορούμε να πούμε ότι τα συστατικά του γάλατος είναι πρωτεΐνες, ασβέστιο, φώσφορος και άλλες ουσίες.
- η πρωτεΐνη (ουσ.): θρεπτική ουσία που υπάρχει στο κρέας και στα όσπρια.
- διευκολύνω (ρημ. α' συζ.): κάνω κάτι πιο εύκολο.
- η μετάβαση (ουσ.): η πορεία από ένα πράγμα προς κάτι άλλο, το πέρασμα.
- διατροφικές συνήθειες, συνήθειες που αφορούν τον τρόπο που τρεφόμαστε.
- η χοληστερόλη ή χοληστερίνη (ουσ.): ουσία που βρίσκεται στο αίμα και η οποία είναι μεγάλης σημασίας για την υγεία του σώματος· αν δε βρίσκεται σε φυσιολογικά όρια, δημιουργούνται στον άνθρωπο παθογόνες καταστάσεις.
- το ασβέστιο (ουσ.): βασικό στοιχείο για τη λειτουργία του οργανισμού αλλά και για τη δομή του σκελετού.
- ο φώσφορος ή φωσφόρος (ουσ.): θρεπτική ουσία που έχει μεγάλη σημασία για την υγεία του σώματος.
- τα νουκλεοτΐδια (ουσ.): μόρια που συνδυάζονται και σχηματίζουν το νουκλεϊκό οξύ.
- ισχυροποιώ (ρημ. β' συζ.): δυναμώνω, ενισχύω.
- ανοσοποιητικό σύστημα: το σύνολο των οργάνων και των ιστών του οργανισμού μας που τον προστατεύουν ώστε να μη μολυνθεί από διάφορες ασθένειες.
- σε πελάγη ευτυχίας, μεταφορική φράση που χρησιμοποιούμε για να δείξουμε την πολύ μεγάλη απόλαυση ή ευτυχία που νιώθουμε.
- απολαύσετε· υποτ. αορίστου του απολαμβάνω (ρημ. α' συζ.): νιώθω μεγάλη ευχαρίστηση από κάτι (Συνώνυμο: χαίρομαι, ευχαριστιέμαι).
- το περιτύλιγμα (ουσ.): το υλικό με το οποίο είναι τυλιγμένο κάτι.
- έφαγα τον κόσμο: (μεταφορική έκφραση) έψαξα παντού, έκανα τον κόσμο άνω κάτω για να βρω κάτι.
- παρασκευάζω (ρημ. α' συζ.): φτιάχνω κάτι αφού συγκεντρώσω τα απαραίτητα υλικά.
- συσκευάζω (ρημ. α' συζ.): τοποθετώ ένα προϊόν με ορισμένο τρόπο μέσα σε ορισμένο κουτί, σακούλα ή οποιοδήποτε άλλο κάλυμμα.
- το ανθότυρο (ουσ.): είδος λευκού τυριού που είναι μαλακό και δεν έχει αλάτι.
- ό,τι τραβάει η όρεξη σας: ό,τι επιθυμείτε.
- εκλεκτός, -ή, -ό (επίθ.): που έχει ξεχωριστή ποιότητα, αξία και φήμη.
Το επίθετο δηλώνει μια ιδιότητα ή ποιότητα ενός ουσιαστικού. Την ιδιότητα ή την ποιότητα αυτή τη δηλώνει σε διάφορους βαθμούς:
• Όταν το επίθετο φανερώνει μονάχα την ιδιότητα ή την ποιότητα του ουσιαστικού, τότε λέγεται θετικού βαθμού ή θετικό:
π.χ. Οι σύγχρονες οικοδομές είναι στέρεες.
• Όταν το επίθετο φανερώνει ότι ένα ουσιαστικό έχει την ιδιότητα ή την ποιότητα σε μεγαλύτερο βαθμό από ένα άλλο ουσιαστικό, τότε λέγεται συγκριτικού βαθμού ή συγκριτικό:
π.χ. Οι σύγχρονες οικοδομές είναι στερεότερες (ή πιο στέρεες) από τις οικοδομές προηγούμενων εποχών.
• Όταν το επίθετο φανερώνει ότι ένα ουσιαστικό έχει την ιδιότητα ή την ποιότητα σε βαθμό μεγαλύτερο από όλα τα άλλα όμοιά του, τότε λέγεται σχετικού υπερθετικού βαθμού ή σχετικό υπερθετικό:
π.χ. Οι σύγχρονες οικοδομές είναι οι στερεότερες (ή οι πιο στέρεες) από όλες τις προηγούμενες.
• Όταν το επίθετο φανερώνει ότι το ουσιαστικό που προσδιορίζει έχει την ιδιότητα ή την ποιότητα σε πολύ μεγάλο βαθμό, χωρίς να γίνεται σύγκριση με άλλα ουσιαστικά, τότε το επίθετο λέγεται απόλυτου υπερθετικού βαθμού ή απόλυτο υπερθετικό:
π.χ. Οι σύγχρονες οικοδομές είναι στερεότατες (ή πολύ στέρεες).
ΠΡΟΣΟΧΗ: Ο συγκριτικός και ο υπερθετικός - σχετικός και απόλυτος - βαθμός λέγονται παραθετικά των επιθέτων.
• Όταν δύο λέξεις χρησιμοποιούνται σταθερά μαζί, τότε συχνά σχηματίζουν μια νέα έννοια, η οποία προέρχεται από την κύρια σημασία της κάθε λέξης. Αυτό το σχήμα λόγου λέγεται σύμφραση: π.χ. οικογενειακή θαλπωρή, όρκος πίστεως, σοκολάτα αμυγδάλου, σχολικά είδη, οικολογική καταστροφή, παιδική χαρά.
• Έκφραση είναι ένα σύνολο λέξεων που εκφράζει ένα ιδιαίτερο νόημα. Το νόημα μιας έκφρασης είναι μεταφορικό: π.χ. τρώει τα σίδερα, του έσπασε τα νεύρα, βρήκε το δάσκαλό της κτλ.
Αντώνυμα ή αντίθετα επίθετα ονομάζονται δύο επίθετα που έχουν ακριβώς την αντίθετη σημασία:
π.χ. καθαρός – βρόμικος
φιλικός – εχθρικός
νόστιμος – άνοστος
Καταλαβαίνω τις δύσκολες λέξεις του κειμένου
- ο χήρος (ουσ.): ο άντρας που έχει πεθάνει η γυναίκα του.
- το ηύρε. το βρήκε. (Ο τύπος ηύρα, -ες, -ε είναι αόριστος του ρήματος βρίσκω· συνήθως γράφεται με β, δηλαδή ήβρα, -ες, -ε. Χρησιμοποιείται σε πιο λαϊκό ύφος αντί του βρήκα.)
- το καύκαλο (ουσ.): το όστρακο της χελώνας και των άλλων οστρακόδερμων (Συνώνυμο: καβούκι, κέλυφος, καυκί).
- στεφανώθηκε· οριστ. αορίστου του στεφανώνομαι (ρημ. α' συζ.): παντρεύομαι.
- το πέπλο (ουσ.): ένα κομμάτι υφάσματος από λεπτά νήματα που έχει υφανθεί αραιά και χρησιμεύει για να καλύπτουν οι γυναίκες το πρόσωπο και το κεφάλι τους (Συνώνυμο: καλύπτρα, βέλο).
- αποκρίνομαι (ρημ. α' συζ.): απαντώ.
- ο ορισμός (ουσ.): η επιθυμία, η διαταγή κάποιου που, συνήθως, είναι ανώτερος κοινωνικά. ορισμός σας σημαίνει ό,τι διατάξτε ή ό,τι επιθυμείτε.
- το τεντζεράκι (ουσ.): η μικρή χάλκινη συνήθως χύτρα.
- (αν) κοπιάσετε· υποτ. αορίστου του κοπιάζω (ρημ. α' συζ.): έρχομαι, επισκέπτομαι, δέχομαι την πρόσκληση κάποιου για φαγητό ή επίσκεψη.
- απ’ αυτό το πλάι να κοιμηθεί: με αυτό το πλευρό να κοιμάται· μεταφορική έκφραση που χρησιμοποιείται για να αναφερθεί σε κάποιον που φαντάζεται ότι τα πράγματα θα γίνουν όπως αυτός θέλει, όμως οι επιθυμίες του δεν έχουν καμία σχέση με την πραγματικότητα.
- βάζω στο μάτι κάποιον ή κάτι: επικεντρώνω την προσοχή μου και κάνω προσπάθειες για να αποκτήσω κάποιον ή κάτι, ή για να στραφώ εναντίον κάποιου.
- σώνω (ρημ. α' συζ): είμαι αρκετός ώστε να καλύπτω τις ανάγκες κάποιου.
- συλλογίζομαι (ρημ. α' συζ.): σκέφτομαι.
- πολυχρονεμένος, -η, -ο: που γι’ αυτόν εύχομαι να ζήσει πολλά χρόνια. Συνήθως χρησιμοποιείται στην προσφώνηση «πολυχρονεμένε βασιλιά».
- η πιθαμή (ουσ.): η απόσταση από την άκρη του αντίχειρα ως το άκρο του μικρού δάχτυλου όταν η παλάμη είναι ανοιχτή. Χρησιμοποιούμε τη λέξη για να δηλώσουμε την πολύ μικρή απόσταση.
- η όρνιθα (ουσ.): η κότα.
- καταπόδι (επίρρ.): αμέσως μετά από κάποιον ή από κάτι, ακολουθώντας στενά κάποιον.
- η φαρμακάδα (ουσ.): δυνατός πόνος· εδώ σημαίνει ότι το τσίμπημα του πετεινού ήταν φαρμακερό.
Υποθετικές λέγονται οι εξαρτημένες/δευτερεύουσες προτάσεις που φανερώνουν σε ποια περίπτωση είναι δυνατό να γίνει αληθινό αυτό που εκφράζει η ανεξάρτητη/κύρια πρόταση.
Η υποθετική πρόταση μαζί με την ανεξάρτητη, την οποία συμπληρώνει, λέγονται υποθετικός λόγος.
Στον υποθετικό λόγο η υποθετική πρόταση λέγεται υπόθεση, η οποία μπορεί να βρίσκεται πριν ή μετά την ανεξάρτητη πρόταση. Η ανεξάρτητη πρόταση λέγεται αλλιώς απόδοση.
Οι υποθετικές προτάσεις εισάγονται με τους υποθετικούς συνδέσμους αν, εάν, σαν, άμα.
Τα άρθρα είναι μικρές λέξεις που μπαίνουν μπροστά από τα ουσιαστικά, τα επίθετα, τις κλιτές μετοχές και ορισμένες αντωνυμίες. Συμφωνούν μαζί τους σε γένος, αριθμό και πτώση.
• Υπάρχει το οριστικό άρθρο (ο, η, το) και το αόριστο άρθρο (ένας, μια, ένα).
• Το οριστικό άρθρο φανερώνει ένα γνωστό και συγκεκριμένο πρόσωπο, ζώο ή αντικείμενο.
• Το αόριστο άρθρο δηλώνει ότι η λέξη που ακολουθεί δεν είναι συγκεκριμένη ή ότι δεν έχουμε μιλήσει προηγουμένως γι’ αυτή.